Η πρόσφατη δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κ. Μητσοτάκη, αναφορικά με το θέμα διαχωρισμού κράτους – εκκλησίας έχει προκαλέσει αρκετές ενδιαφέρουσες συζητήσεις στον τύπο και την κοινωνία.
Πριν όμως αναλωθούμε στο γιατί έγινε αυτή η δήλωση τη δεδομένη χρονική στιγμή, αξίζει να εξετάσουμε ποιο είναι ακριβώς το αίτημα αρκετών φιλελεύθερων για τις σχέσεις των δύο ισχυρότερων θεσμών της χώρας μας.
Η 1η τροπολογία του αμερικανικού συντάγματος αναφέρει ότι «Το Κογκρέσο δεν θα εγκρίνει νόμο που θα υποστηρίζει την εγκαθίδρυση θρησκείας ή που θα απαγορεύει την ελεύθερη θρησκευτική λατρεία ή που θα περιορίζει την ελευθερία του λόγου ή του τύπου ή το δικαίωμα του λαού να συνέρχεται ειρηνικά και να αιτείται στην Κυβέρνηση σχετικά με την ικανοποίηση παραπόνων του».
Το Σύνταγμα των Η.Π.Α. δεν ορίζει τα πλαίσια της συνύπαρξης των διαφόρων θρησκειών με το κράτος. Αντίθετα, περιορίζει την εξουσία του κράτους στα θρησκευτικά ζητήματα με τρόπο απόλυτο και ξεκάθαρο. Αυτή η τροπολογία είναι ενδεικτική μίας πολιτικής φιλοσοφίας που αναπτύχθηκε στην Αμερική και η οποία διαφέρει κατά πολύ από την εγγύτερη σε εμάς ευρωπαϊκή παράδοση. Το σύνταγμα των ΗΠΑ γράφτηκε προκειμένου να περιορίσει την εξουσία του κράτους έναντι των πολιτών και των πολιτειών. Τα περισσότερα ευρωπαϊκά συντάγματα πράττουν ακριβώς το αντίθετο. Υποθέτουν απεριόριστη δύναμη στο κράτος και ενημερώνουν τους πολίτες σε ποιον βαθμό είναι ελεύθεροι.
Η αντίθεση αυτή γίνεται πιο σαφής αν συγκρίνουμε την αμερικάνικη τροπολογία με το γαλλικό σύνταγμα και τη Διακύρηξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη όπου στο άρθρο 11 αναφέρει «Η ελεύθερη ανταλλαγή σκέψεων και ιδεών είναι ένα από τα πολυτιμότερα δικαιώματα του ανθρώπου. Επομένως, κάθε πολίτης έχει τη δυνατότητα να ομιλεί, να γράφει, και να τυπώνει τα έργα του ελεύθερα, αρκεί να μην κάνει κατάχρηση αυτής της ελευθερίας σε περιπτώσεις που ορίζονται σαφώς από το νόμο.» Κοινώς, οι Γάλλοι πολίτες έχουν το δικαίωμα να εκφράζονται εντός των πλαισίων που ορίζει ο νόμος τα οποία καθορίζει το γαλλικό κράτος.
Πολλοί φιλελεύθεροι και αριστεροί πολιτικοί και ακτιβιστές θεωρούν ότι ο διαχωρισμός εκκλησίας – κράτους θα αφήσει την εκκλησία πιο ανίσχυρη και το κράτος ελεύθερο από τις παρεμβάσεις της. Αν όμως δούμε στην πράξη τι συνέβη στις Η.Π.Α. μάλλον το αντίθετο θα έπρεπε να περιμένουν. Μία εκκλησία απελευθερωμένη από τις εξαρτήσεις, έχει κάθε ηθικό και θεσμικό δικαίωμα να εκφράζεται ελεύθερα για τα πολιτικά θέματα χωρίς να τηρεί τα όποια προσχήματα τηρεί σε καθεστώς εξάρτησης. Απελευθερωμένη από την επιρροή των κομμάτων και των πολιτικών, θα ήταν σε θέση να προάγει πολύ πιο ενεργητικά την ηθική φιλοσοφία της και τα πιστεύω της.
Αν ταυτόχρονα με τον διαχωρισμό η χώρα μας προχωρούσε και σε βαθύτερες φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην παιδεία και την υγεία, η εκκλησία θα μπορούσε να λειτουργεί σχολεία, παιδικούς σταθμούς και πανεπιστήμια με δικό της πρόγραμμα σπουδών καθώς και νοσοκομεία, δεξαμενές σκέψης ή ακόμα και επιχειρήσεις. Όντας απαλλαγμένη από τις χιλιάδες νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που την αποτελούν σήμερα, θα είχε την ευελιξία να διατελέσει το έργο της εντός της κοινωνίας των πολιτών πολύ αποτελεσματικότερα και χωρίς να χρειάζεται την εκάστοτε κρατική επιχορήγηση για να πληρώσει μισθούς ή οτιδήποτε άλλο.
Αν ταυτόχρονα αποφεύγαμε και τους αντιφιλελεύθερους «αντιρατσιστικούς» νόμους που περιορίζουν την ελευθερία του λόγου προκειμένου να προστατεύσουν τα συναισθήματα των μειονοτήτων, η εκκλησία θα είχε ακόμα μεγαλύτερη ελευθερία (άρα και ευθύνη) να εκφράζει ανοιχτά τα πιστεύω της γύρω από τα διάφορα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα.
Από την άλλη πλευρά, ο διαχωρισμός κράτους – εκκλησίας θα σήμαινε ότι οι πολίτες δεν θα πλήρωναν μέσω των φόρων τους δαπάνες που αντιτίθενται στα πιστεύω τους – όπως για παράδειγμα οι Έλληνες φορολογούμενοι άθεοι που επιδοτούν όλες τις αναγνωρισμένες θρησκείες μέσω των κρατικών επιδοτήσεων. Το κράτος θα αποκτούσε κοσμικό χαρακτήρα και αντί να παρεμβαίνει στα εκκλησιαστικά θέματα, όπως έχει γίνει κατ’επανάληψη στο παρελθόν, ή να περιορίζει τη θρησκευτικότητα των πολιτών (όπως γίνεται στη Γαλλία όπου η κοσμικότητα έχει περάσει στο άλλο άκρο και γίνεται επιθετική), θα αρκούνταν στο να προστατεύει το δικαίωμα των θρησκευομένων στη θρησκευτική πίστη και των άθεων στην μη-πίστη.
Υπό αυτό το πρίσμα, μία συνταγματική αναθεώρηση των υπάρχοντων σχετικών άρθρων ίσως να μην αρκεί για να επέλθει αυτού του τύπου ο διαχωρισμός. Στη χώρα μας η πρόσμιξη παράδοσης, θρησκείας, κουλτούρας και κράτους είναι τόσο μεγάλη και περίπλοκη που ίσως μόνο μία αμερικανικού τύπου τροπολογία να μπορούσε να ικανοποιήσει το φιλελεύθερο αίτημα χωρισμού εκκλησίας – κράτους.
Όμως, τη δεδομένη χρονική στιγμή το συγκεκριμένο ζήτημα φαντάζει τουλάχιστον ασήμαντο μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας και που ενδεχομένως ο κ. Μητσοτάκης θα αντιμετωπίσει όταν αναλάβει την πρωθυπουργία.