Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανίχνευση του ιού SARS CoV-2 σε ανεπεξέργαστα υγρά απόβλητα και οι πιθανές δυνατότητες που προκύπτουν για την ανάπτυξη ενός μηχανισμού εντοπισμού και ποσοτικοποίησης κρουσμάτων της COVID-19 σε συγκεκριμένες περιοχές.
Τουλάχιστο 4 ανεξάρτητες μελέτες, στην Αυστραλία (https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0048969720322816), την Ολλανδία (https://www.medrxiv.org/content/10.1101/2020.03.29.20045880v1), τη Γαλλία (https://www.medrxiv.org/content/10.1101/2020.04.12.20062679v1) και τις ΗΠΑ (https://www.statnews.com/2020/04/07/new-research-wastewater-community-spread-covid-19/), εντόπισαν ίχνη RNA του ιού SARS CoV-2 με τη μέθοδο του μοριακού ελέγχου (RT-qPCR) σε ανεπεξέργαστα αστικά υγρά απόβλητα και πραγματοποίησαν προσομοιώσεις αναγωγής σε αριθμούς πραγματικών κρουσμάτων.
Στην περίπτωση της Αυστραλίας και της Ολλανδίας, ο εντοπισμός του ιού στα υγρά απόβλητα έγινε πριν ακόμη υπάρξουν εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα στις περιοχές στον πληθυσμό των οποίων αντιστοιχούσαν τα υγρά απόβλητα. Αυτή η παρατήρηση φαίνεται να συμφωνεί και με αρκετές άλλες αναφορές ότι ο ιός εντοπίζεται στα περιττώματα του μολυσμένου ατόμου 2-3 ημέρες πριν την ανίχνευσή του στα επιχρίσματα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη «συμβατική» λήψη δειγμάτων για μοριακό έλεγχο.
Η πρώτη δυνατότητα που προσφέρει μια τέτοια αντιμετώπιση είναι η γρήγορη αξιολόγηση της κατάστασης σε μεγάλες ομάδες πληθυσμού, με ελάχιστο αριθμό εξεταζόμενων δειγμάτων και η παρακολούθηση των τάσεων εξέλιξης, σχεδόν σε πραγματικό χρόνο.
Σε μια πιο προωθημένη εκδοχή και εφόσον υπάρχει μια αξιόπιστη μεθοδολογία αναγωγής της συγκέντρωσης του ιού σε άτομα, κάτι που επιχειρήθηκε από κάποιες από τις παραπάνω μελέτες με ενθαρρυντικά αποτελέσματα, ενδεχομένως να είναι δυνατή μια προσέγγιση των πραγματικών κρουσμάτων σε μια περιοχή, κάτι που είναι πρακτικά αδύνατο να επιτευχθεί με τη διαδικασία των μεμονωμένων εργαστηριακών ελέγχων.
Μεταξύ των θεμάτων τα οποία πρέπει να επιλυθούν και να προτυποποιηθούν προκειμένου να αναπτυχθεί ένα έγκυρο σύστημα παρακολούθησης είναι:
η ομογενοποίηση των εξεταζόμενων δειγμάτων βάσει των σταδίων της εγκατάστασης επεξεργασίας λυμάτων (π.χ. ύπαρξη δεξαμενής εξισορρόπησης)
το κατώφλι ανίχνευσης του ιού
η αναγωγή των ανιχνευόμενων συγκεντρώσεων του ιού σε αριθμούς ατόμων
η δυνατότητα διάκρισης μεταξύ υπολειμμάτων του ιού που προέρχονται από ασθενείς που έχουν αναρρώσει, αλλά εξακολουθούν να φέρουν φορτίο χαμηλής ή μηδενικής μεταδοτικότητας και εκείνων που αντιστοιχούν σε μολυσματικά άτομα
Παρά τις προφανείς δυσκολίες και αβεβαιότητες, το μεγάλο πλεονέκτημα μιας τέτοιας μεθόδου εντοπισμού και παρακολούθησης (με λίγα μόλις δείγματα ανά ημέρα ενδεχομένως να μπορεί να αξιολογηθεί η κατάσταση σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες, σε πόλεις, ξενοδοχεία κλπ), την καθιστά άκρως ενδιαφέρουσα και αξίζει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω έρευνας.