Ο Λέων Γ΄ ο Ίσαυρος ήταν άνθρωπος ευσεβής. Στην περιοχή της θεολογίας η ευσέβειά του τον οδήγησε στην εικονομαχική αίρεση και στην περιοχή των νόμων στον εξανθρωπισμό της νομοθεσίας.
Έτσι έχουμε τον πρώτο σημαντικό βυζαντινό κώδικα νόμων μετά τη νομοθεσία του Ιουστινιανού, την «Εκλογή Νόμων» που θεσπίστηκε από τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ στις 31 Μαρτίου του 726 μ.Χ.
Ο κώδικας αυτός έχει 18 τίτλους και περιγράφεται ως «Εκλογή των νόμων εν συντόμω γενομένη... από των του Μεγάλου Ιουστινιανού διατάξεων... και επιδιόρθωσις εις το φιλανθρωπότερον εκτεθείσα». Ακόμα ένας άλλος στόχος της «Εκλογής» είναι η διάσωση και η υπεράσπιση, με τη βοήθεια του Θεού, των αγαθών που υπήρχαν.
Η «Εκλογή» μαζί με τα δύο παραρτήματά της καλύπτει μόνο 97 αραιοτυπωμένες σελίδες (στην έκδοση του Α.Γ.Μομφεράτου, Αθήναι 1889) και προοριζόταν για εγχειρίδιο των δικαστών ιδιαίτερα έξω από την Κωνσταντινούπολη. Αποτελεί μία σύντομη περίληψη του ογκώδους «Ιουστινιάνειου Κώδικα» ο οποίος ήταν δυσνόητος για καθημερινή χρήση. Η «Εκλογή» είναι γραμμένη στην ελληνική γλώσσα.
Οι αρχές της «Εκλογής», όπως τοποθετούνται στην εισαγωγή της, είναι ποτισμένες με ιδέες δικαιοσύνης. Υποστηρίζουν ότι οι δικαστές πρέπει να απέχουν από κάθε ανθρώπινο πάθος και να εκδίδουν πραγματικά δίκαιες και αιτιολογημένες, όπως πρέπει, αποφάσεις. Επίσης οι δικαστές πρέπει να μην καταφρονούν τους φτωχούς ή να αφήνουν ατιμώρητους τους ισχυρούς, όταν αυτοί είναι ένοχοι. Ακόμα πρέπει να αποφεύγουν τη δωροδοκία γι’ αυτό καθορίζεται να πληρώνονται από το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο.
Η «Εκλογή» διατάσσει την εξίσου τιμωρία των εκλεκτών και των κοινών ανθρώπων και των πλουσίων και των φτωχών, ενώ ο Νόμος του Ιουστινιανού συχνά τιμωρεί με διαφορετικές ποινές χωρίς πραγματική αιτιολόγηση.
Οι μεταρρυθμίσεις που εισάγονταν με την «Εκλογή» αναφέρονταν κυρίως στους τομείς του οικογενειακού, κληρονομικού και ποινικού δικαίου και αναμφισβήτητα πήγαζαν από το εθιμικό, που είχε αναπτυχθεί στην αυτοκρατορία μετά τη βασιλεία του Ιουστινιανού Α΄.
Ανάμεσα στις άλλες τροποποιήσεις του δικαίου που ίσχυε προ της «Εκλογής» είναι αξιοσημείωτες αυτές που ρυθμίζουν το γάμο. Σύμφωνα με το κλασικό ρωμαϊκό δίκαιο η νόμιμη ηλικία γάμου ήταν για τα αγόρια τα 14 χρόνια και για τα κορίτσια τα 12. Η «Εκλογή» καθιερώνει αντίστοιχα τις ηλικίες των 15 και 13 ετών. Άλλες διατάξεις καθόριζαν τα συμβόλαια του γάμου, την προίκα, το δώρο του γαμπρού, τους μάρτυρες και άλλες λεπτομέρειες όπως τους βαθμούς συγγένειας που δεν επιτρέπονταν να συνάψουν γάμο.
Η «Εκλογή» αναθεωρώντας την προηγούμενη νομοθεσία όριζε ως μόνους λόγους διαζυγίου τη μοιχεία, την επιβουλή της ζωής του ενός συζύγου από τον άλλο, τη λέπρα και την ανικανότητα του συζύγου (όχι τη φρενοβλάβεια).
Η «Εκλογή» περιλαμβάνει διατάξεις που ρυθμίζουν τις δωρεές, τις διαθήκες, τη χειραφέτηση των παιδιών και των σκλάβων, τις συμβάσεις, τα δάνεια, την εμφύτευση, την απόδειξη με μάρτυρες, τις περιουσίες των στρατιωτών, τις ποινές που απειλούνται για τα εγκλήματα και το μοίρασμα της πολεμικής λείας.
Άλλες καινοτομίες της «Εκλογής» ευνοούν τα ασθενέστερα στρώματα. Έτσι η πατρική εξουσία περιορίζεται σημαντικά, τα δικαιώματα της συζύγου και των τέκνων αυξάνουν και ο γάμος προστατεύεται περισσότερο. Η προστασία των ορφανών για τα οποία οι γονείς δεν διόρισαν επίτροπο ανατίθεται στην εκκλησία.
Παρ’ όλο που ο Λέων καυχάται ότι αναθεώρησε τους προγενέστερους νόμους «εις το φιλανθρωπότερον» εισήγαγε, πιθανόν από ανατολική επίδραση, για πρώτη φορά στο ρωμαϊκό δίκαιο μερικές βάρβαρες ποινές, όπως την αποκοπή της γλώσσας για ψευδορκία, την τύφλωση για κλοπή πραγμάτων αφιερωμένων στη λατρεία, την αποκοπή του ενός χεριού για παραχάραξη κ.ά.
Προβάλλεται συχνά ως ελαφρυντικό για την επιβολή τέτοιων φρικτών ποινών ότι καθιερώθηκαν ως υποκατάστατα της ποινής του θανάτου. Πάντως είναι αμφισβητήσιμο αν δεν πρέπει να προτιμηθεί ο θάνατος από μια τόσο σκληρή μεταχείριση. Εξάλλου η «Εκλογή» προέβλεπε την ποινή του θανάτου για ένα μεγάλο αριθμό εγκληματιών, όπως για ορισμένες περιπτώσεις αιμομιξίας, τη φαρμακεία (δηλητηριασμό), τη μαγεία, την ανθρωποκτονία εκ προμελέτης, τη ληστεία, τη λιποταξία στρατιωτών κ.ά.
Παρόλο που είναι δύσκολο να συμβιβαστεί η απανθρωπιά αυτών με τις προθέσεις που διακηρύσσει η «Εκλογή», την έχουν περιγράψει ως τον «πρώτο χριστιανικό κώδικα νόμων» πιθανόν κυρίως για τον πρόλογό της και γιατί παραθέτει βιβλικά χωρία κυρίως από την Παλαιά Διαθήκη.
Παρ’ όλη την έμφαση που δίνει στην Παλαιά Διαθήκη η «Εκλογή» είναι πολύ δυσμενής για τους Εβραίους που όχι μόνο αποκλείονταν από οποιονδήποτε τίτλο, τιμητική διάκριση ή δημόσια θέση, αλλά επιπλέον τιμωρούνταν με αποκεφαλισμό αν προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν κάποιο χριστιανό.
Οι μεταγενέστεροι αυτοκράτορες παραμέρισαν την «Εκλογή», επειδή οι θεσμοθέτες της ήταν εικονομάχοι παρόλο που δεν αναφέρουν πουθενά στην «Εκλογή» τις απόψεις τους για τις εικόνες.
Οι μεταγενέστεροι όμως κώδικες επηρεάστηκαν σημαντικά από την «Εκλογή».
Επειδή η ειδωλολατρία ήταν πολύ ισχυρή στο τέλος του 7ου αιώνα ο Λέων Γ΄ αναγκάστηκε να συμπεριλάβει στο τέλος της «Εκλογής» ένα παράρτημα που περιείχε σε ελληνική μετάφραση τους αντιειδωλολατρικούς νόμους του Ιουστινιάνειου Κώδικα. Σ’ αυτό απαγορεύονται ειδωλολατρικές τελετές, η μαγεία και η αστρολογία.
Τον 8ο και 9ο αιώνα μέχρι την άνοδο στο Μακεδονικής Δυναστείας η «Εκλογή» χρησιμοποιήθηκε ως εγχειρίδιο για τη διδασκαλία του Δικαίου αντικαθιστώντας τις Εισηγήσεις του Ιουστινιανού.
Τέλος είναι φανερή η επίδραση της «Εκλογής» στη Ρωσική και γενικότερα στη Σλαβική νομοθεσία.
Με τη δυναστεία των Ισαύρων και κυρίως με το Λέοντα Γ΄ οι επιστήμονες συσχετίζουν άλλα τρία νομοθετικά έργα: Τον «Νόμον Γεωργικόν», τον «Νόμον Στρατιωτικόν» και τον «Νόμον Ροδίων Ναυτικόν».
Ο «Γεωργικός Νόμος» συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη προσοχή. Το έργο αυτό είναι μια συλλογή κανόνων που ρυθμίζουν την αγροτική ζωή και που ασχολούνται με κοινά αδικήματα των αγροτών. Κυρίως ασχολείται με διάφορες κατηγορίες κλεπτών μικροπραγμάτων και φρούτων, με παραβάσεις και απροσεξίες των βοσκών, με ζημίες που γίνονταν στα ζώα ή ζημίες που προκαλούσαν τα ζώα.
Αναφέρεται όμως και σε διάφορα νέα φαινόμενα: Στην προσωπική ιδιοκτησία των αγροτών, στην κοινή ιδιοκτησία, στην κατάργηση της καταναγκαστικής εργασίας και στην καθιέρωση της ελευθερίας της μετακινήσεως.
Σύμφωνα με τον «Νόμο Γεωργικό» οι «γεωργοί», προς τους οποίους υποτίθεται ότι απευθυνόταν, ήταν κύριοι της γης τους (που σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνονταν οι αγροί, τα αμπέλια, οι κήποι και τα δάση), των ποιμνίων και των δούλων τους. Ήταν δηλαδή ελεύθεροι καλλιεργητές και όχι «πάροικοι», είχαν απεριόριστη και κληρονομική κυριότητα της περιουσίας τους, και ήταν ελεύθεροι να μετακινούνται όπου ήθελαν. Επίσης, οι γεωργοί ήταν οργανωμένοι σε «κοινότητες, που είχαν στην κυριότητα και χρήση τους κοινόκτητα βοσκοτόπια, και εκμίσθωναν την εργασία των βοσκών, που φύλαγαν τα ζώα των διαφόρων γεωργών. Τα μέλη της κοινότητας ήταν συλλογικώς υπεύθυνα για την καταβολή του ομαδικού φόρου που είχε επιδικασθεί στην κοινότητα και ήταν υποχρεωμένα να καταβάλλουν τα ποσά τα οποία αναλογούσαν σε μέλη που χρωστούσαν.
Ο Diehl στο έργο του «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» υποστηρίζει ότι ο «Γεωργικός Νόμος» είχε σκοπό να συγκρατήσει την ανησυχητική ανάπτυξη των μεγάλων ιδιοκτησιών, την εξαφάνιση των ελεύθερων μικροϊδιοκτητών και να εξασφαλίσει στους αγρότες καλύτερες συνθήκες ζωής.
Ο «Ναυτικός Νόμος» η όπως μερικές φορές ονομάζεται στα χειρόγραφα ο «Νόμος Ροδίων Ναυτικός» είναι ένας Νόμος που ρυθμίζει την Εμπορική Ναυτιλία. Ο Κώδικας αυτός στο σύνολό του στηρίζεται σε τοπικά έθιμα και επηρεάζεται μερικώς από τον Ιουστινιάνειο Κώδικα.
Ο «Στρατιωτικός Νόμος» αποτελεί απόσπασμα από την ελληνική παράφραση του Πανδέκτη και τον Κώδικα του Ιουστινιανού, της «Εκλογής» και άλλων μεταγενέστερων πηγών. Αποτελείται κυρίως από μια απαρίθμηση ποινών που προορίζονταν για όσους υπηρετούσαν στο στρατό και για διάφορα παραπτώματα, όπως π.χ. για την ανταρσία, την ανυπακοή, τη φυγή και τη μοιχεία. Οι ποινές είναι εξαιρετικά αυστηρές και, εάν η γνώμη των επιστημόνων ότι ο Νόμος αυτός ανήκει στη Δυναστεία των Ισαύρων ήταν σωστή, θα αποτελούσαν μια εξαιρετική ένδειξη της αυστηρής στρατιωτικής πειθαρχίας την οποία εισήγαγε ο Λέων Γ΄. Δυστυχώς όμως οι ανεπαρκείς πληροφορίες δεν βοηθούν στην ενίσχυση της θέσεως ότι ο νόμος ανήκει σ’ αυτή την περίοδο.
Γενικά ό,τι ειπώθηκε σχετικά με το «Γεωργικό Νόμο», τον «Ναυτικό» και το «Στρατιωτικό Νόμο» μπορεί να συνοψιστεί στο ότι κανείς απ’ αυτούς τους τρεις μικρούς Κώδικες δεν μπορεί να γίνει δεκτός με βεβαιότητα ως έργο την εποχής των Ισαύρων Αυτοκρατόρων.
Η νομοθεσία των Ισαύρων είναι δημιούργημα μιας πολύ κρίσιμης για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία εποχής. Οι κίνδυνοι όχι μόνο από όλα τα σημεία του ορίζοντα αλλά και μέσα από την ίδια την Αυτοκρατορία ήταν πολλοί και μεγάλοι. Οι Ίσαυροι με τη νομοθεσία τους ανταποκρίθηκαν αποτελεσματικά σ’ αυτή την κρισιμότητα των καιρών. Όχι μόνο έσωσαν την αυτοκρατορία από τους κάθε λογής κινδύνους αλλά και έθεσαν τις βάσεις της μετέπειτα Βυζαντινής Εποποιίας, στη διάρκεια της οποίας η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έφτασε στην πιο μεγάλη της ακμή.