Ο Εγκέλαδος στην Ελληνική Μυθολογία φέρεται ως αρχηγός των Γιγάντων, γιος του Ταρτάρου και της Γης, που έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στη ΓΙΓΑΝΤΟΜΑΧΙΑ στην οποία και φονεύθηκε.
Για το θάνατό του σώθηκαν πολλές παραδόσεις. Κατά την επικρατέστερη φονεύθηκε από την Αθηνά, η οποία, αφού τον έτρεψε σε φυγή, έριξε εναντίον του τη Σικελία ή το όρος Αίτνα με το οποίο και τον καταπλάκωσε.
Ο Εγκέλαδος κινούμενος και στενάζοντας ενίοτε μέσα στο τάφο του προκαλεί εκρήξεις ηφαιστείων και σεισμούς. Ο Εγκέλαδος (έγκειμαι + λας, που σημαίνει «ο εγκατεστημένος στα πετρώματα, στο στερεό φλοιό της Γης») ήταν κατά τους αρχαίους Έλληνες η ιδεατή ανθρωπόμορφη θεότητα, αλλά και η αρχική αντίληψη της έννοιας του σεισμού, ιδιαίτερα του ηφαιστειακού. Ακόμη και σήμερα στη νέα ελληνική γλώσσα, η λέξη Εγκέλαδος χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σεισμό, εκ του οποίου τόσο έντονα έχει δεινοπαθήσει ο ελλαδικός χώρος.
Η Ελλάδα βρίσκεται στα όρια επαφής και σύγκλισης της Ευρασιατικής πλάκας με την Αφρικανική, γι’ αυτό και είναι χώρος μεγάλης σεισμικότητας. Κατέχει την πρώτη θέση στη Μεσόγειο και την Ευρώπη και την έκτη θέση σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά την Ιαπωνία, τις Νέες Εβρίδες, το Περού, τα νησιά του Σολομώντα και τη Χιλή. Από το 1981 ως σήμερα, η σεισμική δραστηριότητα στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα έντονη. Στους μεγαλύτερους σεισμούς των τελευταίων χρόνων του 20ου αιώνα συμπεριλαμβάνεται και ο σεισμός που έπληξε την Κοζάνη και τα Γρεβενά την 13η Μαΐου 1995, εντάσεως 6,6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ με μία μικρή ιδιαιτερότητα σε σχέση με όλους τους άλλους μεγάλους σεισμούς των τελευταίων χρόνων: Δεν υπήρξε ούτε ένα ανθρώπινο θύμα. Τραυματίστηκαν μόνο 12 άνθρωποι, μικροί και σχεδόν επιπόλαιοι τραυματισμοί εξαιτίας του πανικού των πρώτων στιγμών. Ο σεισμός που χτύπησε στις 11:47, πρωί Σαββάτου, βρήκε τον πληθυσμό έξω από τα σπίτια του και τα σχολεία ήταν κλειστά. Έτσι αποφεύχθηκε συνωστισμός και επιπλέον αναστάτωση. Όμως οι οικοδομές δεν είχαν την ίδια τύχη με τους ανθρώπους. Στον νομό Κοζάνης, κατέρρευσαν ή έπαθαν ζημιές 7693 σπίτια σε 30 κοινότητες και στο νομό Γρεβενών 2523 σπίτια σε 12 κοινότητες και οικισμούς και οι άστεγοι και των δύο νομών ξεπέρασαν τις 10.000.
Ο σεισμός τράνταξε και ξάφνιασε την Κοζάνη και η αντίδραση των αρχών ήταν άμεση. Οι πυροσβέστες, από τα πρώτα λεπτά της καταστροφής, αντιμετώπισαν τις πολύπλευρες ανάγκες των πληγέντων, αρχικά με τον απεγκλωβισμό ηλικιωμένων και άλλων ατόμων από μισοκατεστραμμένα σπίτια και ερείπια και στη συνέχεια με αποκαταστατικές επιχειρήσεις, όπως στήσιμο σκηνών, μεταφορά νερού στους καταυλισμούς, κατάβαση ή κατεδάφιση επικίνδυνων τμημάτων κτιρίων, ανάσυρση πολύτιμων αντικειμένων ή απαραίτητων ειδών των πληγέντων από τα ερείπια. Ήταν Μάιος, μα ο χειμώνας στη Δυτική Μακεδονία δε λήγει την πρώτη Μαΐου και η διαμονή στη σκηνή, ειδικά το βράδυ, δεν είναι πάντα ευχάριστη τέτοια εποχή. Έτσι από τη Δευτέρα ξεκίνησαν οι εργασίες αποκατάστασης των πληγωμένων από το σεισμό κτισμάτων. Άλλωστε, από τη Δευτέρα όλοι οι εργαζόμενοι στη Δ.Ε.Η. και στις άλλες δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες επέστρεψαν κανονικά στις δουλειές τους, έπρεπε και ήθελαν να συνεχίσουν να ζουν για να βρουν τη δύναμη να αποκαταστήσουν τα σπασμένα και οι μόνοι που είδαν το καλοκαίρι να ξεκινάει ένα μήνα νωρίτερα ήταν οι μαθητές, που ακόμη κι όταν επέστρεψαν στα σχολεία τους περνούσαν την περισσότερη ώρα στην αυλή. Άλλωστε, ο Εγκέλαδος, εξοργισμένος από τη νίκη της Αθηνάς, συνέχιζε να ταράζει το έδαφος. Ο μεγαλύτερος μετασεισμός, εντάσεως 5,5R, εκδηλώθηκε στις 17 Ιουλίου 1995, ενώ ο μεγαλύτερος προσεισμός είχε εκδηλωθεί μόλις 4 λεπτά πριν τον κύριο σεισμό (εντάσεως: 4,5R).
Η περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας σύμφωνα με τα διαθέσιμα σεισμολογικά στοιχεία των τελευταίων δεκαετιών χαρακτηρίσθηκε από τους σεισμολόγους ως «ασεισμική» ή «πολύ χαμηλής σεισμικότητας» και κατατάχθηκε στο νέο αντισεισμικό κανονισμό στη ζώνη χαμηλότερης σεισμικότητας. Οι σεισμοϊστορικες και οι διαθέσιμες γεωλογικες πληροφορίες είναι ιδιαίτερα περιορισμένες και ατελείς, γιατί καλύπτουν πολύ μικρό χρονικό διάστημα της γεωλογικής ιστορίας της γης. Έτσι οι εκπλήξεις είναι συχνές, όταν ένας σεισμός χτυπάει σε περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί «σεισμικά ασφαλείς» ή όταν ένα νέο γεωλογικό-σεισμικό ρήγμα, την ύπαρξη του οποίου αγνοούσαμε, ανακαλύπτεται. Παραδείγματα τέτοιων «εκπλήξεων» αποτελούν ο μεγάλος σεισμός του 1976 της Τανγ Σανγ στην Κίνα, ο καταστροφικότερος σεισμός των τελευταίων 500 χρόνων με 250.000 θύματα, ο σεισμός του Κόμπε της Ιαπωνίας (Ιανουάριος 1995) με 5.500 θύματα και ο σεισμός της Δυτικής Μακεδονίας της 13ης Μαΐου 1995, ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα.
Στη Δυτική Μακεδονία η γεωλογική έρευνα και η νεοτεκτονική χαρτογράφηση, έδειξε την ύπαρξη πολλών και σημαντικών γεωλογικών ρηγμάτων με πρόσφατη γεωλογική δράση, που μπορούν να χαρακτηρισθούν πιθανά ενεργά ή ενεργά, δηλαδή ικανά να δώσουν σεισμούς μεγέθους της τάξης των 6 έως 7 Ρίχτερ, με σημαντικότερο το ρήγμα Σερβίων. Δεν είναι όμως δυνατόν να προσδιορισθεί η περίοδος επανάληψής τους, το πότε δηλαδή θα μπορούσε να επαναληφθεί ένας τέτοιος σεισμός, γιατί δυστυχώς στη χώρα μας δεν εφαρμόζονται εξειδικευμένες μέθοδοι παλαιοσεισμολογίας, που αναπτύσσονται σε άλλες σεισμογενείς χώρες και θα μπορούσαν να σκιαγραφήσουν την πρόσφατη σεισμική-γεωλογική ιστορία. Παρόλα αυτά οι σεισμολόγοι της Δ.Ε.Η. στην έκθεσή τους για το φράγμα του Αγίου Ιλαρίωνα προσδιόρισαν αναμενόμενο μέγεθος σεισμού για την περιοχή 6,6 που μπορεί πιθανά να συμβεί σε χρονικό διάστημα 80 ετών.
Οι πρόσφατες όμως διαρρήξεις σε τέτοια μεγάλη έκταση των νομών Κοζάνης και Γρεβενών (50x30 χιλιόμετρα), που επεκτείνονται πέραν του γνωστού τμήματος του ρήγματος των Σερβίων, ήταν εντυπωσιακές και αποτελούν μια ακόμη ιδιαιτερότητα αυτού του σεισμού, που εξακολουθεί να είναι αντικείμενο επιστημονικής έρευνας. Τα πολύ πρόδρομα όμως νέα γεωλογικά δεδομένα από τη μελέτη των ενεργών ρηγμάτων της περιοχής δείχνουν μια επίσης διαφορετική σεισμική ιστορία καταγραμμένη στις «τελευταίες σελίδες της γεωλογικής ιστορίας της περιοχής». Τα ρήγματα αυτά φαίνεται να ηρεμούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα της τάξης χιλιάδων ετών και να επαναδραστηριοποιούνται κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα (μη γνωστά ακόμη) σε σεισμικούς κύκλους.
Οι σεισμοί λοιπόν της Δυτικής Μακεδονίας από γεωλογική άποψη δεν ήταν μια μεγάλη έκπληξη. Αποτελεί όμως μια ιδιαίτερα πολύπλοκη διάρρηξη, που εξακολουθεί να προβληματίζει τους ειδικούς επιστήμονες και μελετάται εντατικά τόσο στα πλαίσια της βασικής, όσο και της εφαρμοσμένης έρευνας. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν, στην περίπτωση αυτή, η κατανόηση της σημασίας των γεωλογικών ρηγμάτων και συνθηκών θεμελίωσης από τους τοπικούς φορείς της πληγείσης περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας (περιφέρεια, νομαρχίες Κοζάνης-Γρεβενών κ.λπ.).
Η ανάγκη για ασφάλεια των μεγάλων έργων, τα φράγματα, τα μεγάλα κτίρια, οι γέφυρες, τα νοσοκομεία, τα σχολεία και τα ίδια μας τα σπίτια, απαιτεί ιδιαίτερες και εξειδικευμένες γνώσεις των διεργασιών του γήινου φλοιού, λεπτομέρεια στον καθορισμό των ενεργών δομών και περαιτέρω κατασκευαστικές προσπάθειες για την ελαχιστοποίηση των συνεπειών από μελλοντική επαναδραστηριοποίησή τους. Στο παρελθόν έχουν συμβεί σοβαρά λάθη στην εκτίμηση των τεκτονικών κινήσεων του γήινου φλοιού, κυρίως από έλλειψη επιστημονικής γνώσης, με συνέπειες τις πρόσθετες οικονομικές δαπάνες μεγάλων έργων, την καθυστέρηση ή ματαίωση μεγάλων και σημαντικών από οικονομική πλευρά κατασκευών, τα νομικά προβλήματα και κυρίως τις μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και κατασκευές.
Έτσι τόσο για τον καθορισμό σταθερών τεκτονικών περιοχών, όσο και για την πρόβλεψη μελλοντικών μετακινήσεων τμημάτων του γήινου φλοιού που έχουν πρακτική σημασία είναι ιδιαίτερα δύσκολη η χάραξη πολιτικής και η λήψη αποφάσεων με οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Είναι όμως απαραίτητες οι γεωλογικές μελέτες και έρευνες για την κατανόηση των κινήσεων του γήινου φλοιού και κυρίως την πρακτική εφαρμογή τους για τη θεμελίωση ασφαλέστερων οικοδομημάτων στα όρια των δυνατοτήτων της επιστημονικής γνώσης, χωρίς υπερβολές και υπερεκτίμηση του παράγοντα ενεργό γεωλογικό ρήγμα, αλλά κυρίως χωρίς την υποβάθμιση του ρόλου του στις φυσικές καταστροφές (σεισμοί, κατολισθήσεις κ.λπ.). Τα ενεργά ρήγματα πρέπει να παίρνονται σοβαρά υπόψη στον αντισεισμικό σχεδιασμό κι αν ακόμη τα υπάρχοντα σεισμολογικά στοιχεία δείχνουν σαφώς χαμηλότερους δείκτες και συντελεστές, όπως στην περίπτωση της Κοζάνης και των Γρεβενών και το διάστημα επαναδραστηριοποίησής τους είναι μεγαλύτερο από την αναμενόμενη ζωή των κατασκευών.
Μια παράδοση αναφέρει ότι παρόμοιος μεγάλος σεισμός είχε πλήξει την περιοχή της Κοζάνης πριν από 1000 χρόνια κι αμέσως έγινε ανέκδοτο από τους Κοζανίτες οι οποίοι χωράτευαν παρατηρώντας ότι «εμάς και ο σεισμός μας φοβάται». Ίσως γιατί κάθε φορά που ο Εγκέλαδος τολμούσε να τους αναστατώσει, έβρισκαν τρόπο να επουλώνουν τις πληγές. Και σήμερα ο σεισμός της 13ης Μαΐου 1995 μοιάζει μ’ ένα κακό όνειρο που δε θα επαναληφθεί ποτέ, γιατί τώρα έχουμε και την πείρα, αλλά και την ετοιμότητα να αποφύγουμε τις δύσκολες και ψυχοφθόρες συνέπειες του.