Στις 15 Ιανουαρίου 1940, άφησε την τελευταία της πνοή μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, σε ηλικία 79 χρόνων, μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του ελληνικού φεμινισμού και πρωτοπόρος του γυναικείου κινήματος στην Ελλάδα, η Καλλιρρόη Παρρέν.
Η Παρρέν διεκδικεί και τον τίτλο της πρώτης Ελληνίδας δημοσιογράφου και εκδότριας, εκδίδοντας από το 1887 ως το 1917, για 30 ολόκληρα χρόνια και χωρίς καμία διακοπή, την εβδομαδιαία αρχικά και δεκαπενθήμερη αργότερα ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ, με συντάκτες και παραλήπτριες αποκλειστικά γυναίκες και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατοχύρωση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις γυναίκες.
Η Καλλιρρόη Σιγανού, όπως ήταν το πατρικό της όνομα, γεννήθηκε το 1861 στα Πλατάνια Αμαρίου στο Ρέθυμνο της Κρήτης και αποφοίτησε από τη Σχολή Σουρμελή στον Πειραιά, τη Γαλλική Σχολή Καλογραιών και με άριστα από το Αρσάκειο Αθηνών. Αμέσως μετά την αποφοίτησή της και για δύο χρόνια ήταν διευθύντρια στο παρθεναγωγείο της ελληνικής κοινότητας στην Οδησσό και επιστρέφοντας στην Ελλάδα παντρεύτηκε τον γαλλοαγγλικής καταγωγής δημοσιογράφο από την Κωνσταντινούπολη και ιδρυτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, Ιωάννη Παρρέν. Η γνωριμία της με σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής και το πάθος της για ενημέρωση πάνω σε πνευματικά, πολιτικά και κοινωνικά θέματα, τη στιγμάτισε. «Παρακολουθούσα τας συζητήσεις των δημοσιογράφων και σιγά σιγά εξύπνησε μέσα μου και πάλιν ο πόθος να γράψω, όπως αυτοί, όχι μόνον για τον εαυτόν μου, αλλά και για τους άλλους», είχε δηλώσει κάποτε.
Στις 8 Μαρτίου 1887, την ίδια εποχή που ο Εμμανουήλ Ροΐδης έλεγε υποτιμητικά ότι μόνο δύο επαγγέλματα αρμόζουν στις γυναίκες, εκείνα της νοικοκυράς και της εταίρας, η Καλλιρρόη Παρρέν εκδίδει το πρώτο φύλλο της γυναικείας εφημερίδας ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ, η οποία αποτέλεσε το πρώτο γυναικείο έντυπο στην ελληνική επικράτεια και την καθιέρωσε ως την πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφο και εκδότρια. Η εφημερίδα αυτή, η πρώτη στην οποία έγραφαν μόνο γυναίκες, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τις Ελληνίδες, αλλά και με περιπαικτικά και υβριστικά σχόλια από τον ανδρικό πληθυσμό, όπως για παράδειγμα ότι κατά την περίοδο της μηνιαίας αδιαθεσίας τους οι γυναίκες είναι ανισσόροπες και σ’ έξαλλη πνευματική κατάσταση! Άρα αφού δεν ξέρουμε την ημερομηνία των εκλογών (που ίσως έχουν περίοδο), δεν μπορούν να ψηφίσουν! Η κυκλοφορία της ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ, παρά τα περιπαικτικά πρώτα σχόλια από μία μερίδα έστω του αναγνωστικού κοινού, συνεχίστηκε χωρίς διακοπή για 30 ολόκληρα χρόνια, μέχρι την απότομη διακοπή της το Νοέμβριο του 1917, λόγω των πολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν στο ελληνικό προσκήνιο. Η ίδια η Καλλιρρόη Παρρέν εξορίστηκε στην Ύδρα από τον Μάρτιο του 1917 μέχρι τον Νοέμβριο του 1918 «διά τας πολιτικάς πεποιθήσεις της».
Η δραστήρια Ελληνίδα εκδότης έπαιξε καθοριστικό ρόλο και στην κατοχύρωση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις γυναίκες. Η πρώτη προσπάθεια έγινε το 1895, όταν απευθύνθηκε στον τότε πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη, ζητώντας την κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών. Αργότερα, το 1921 διοργάνωσε το δεύτερο γυναικείο συνέδριο στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να πείσει τον τότε πρωθυπουργό Δημήτριο Γούναρη να τοποθετηθεί προσωπικά υπέρ της χορήγησης ψήφου. Ο Γούναρης της υπόσχεται πως θα κάνει το όνειρο της πραγματικότητα. Το πρώτο σημαντικό έστω και ελάχιστο βήμα γίνεται το 1930, οπότε και κατοχυρώνεται δικαίωμα ψήφου για τις εγγράμματες Ελληνίδες άνω των 30 ετών. Ωστόσο το ποσοστό των μορφωμένων Ελληνίδων άνω των 30 ετών δεν ξεπερνούσε την εποχή εκείνη το 30% και στις δημοτικές εκλογές του 1934 ψήφισαν μόνο 240 γυναίκες, μα τότε ακόμα, ούτε οι πολιτικοί, ούτε οι απλοί άνθρωποι, οι απλές γυναίκες δε θεωρούσαν πως πρέπει να τους δοθεί δικαίωμα ψήφου.
Η Καλλιρρόη Παρρέν συμμετείχε ενεργά σε διεθνή γυναικεία συνέδρια ανά τον κόσμο και διακήρυττε την ανάγκη εξασφάλισης παιδείας και εργασίας για τις γυναίκες, ως βασικές προϋποθέσεις για την πνευματική και πολιτική τους ισοτιμία και χειραφέτηση. Ίδρυσε τη «Σχολή της Κυριακής των Απόρων Γυναικών και Κορασίων» (1890), το «Άσυλον της Αγίας Αικατερίνης» (1895), το «Άσυλον των Ανιάτων» (1896), τον «Πατριωτικό Σύνδεσμο» (1898, που αργότερα έγινε Π.Ι.Κ.Π.Α.), την «Ένωσιν υπέρ της Χειραφετήσεως των Γυναικών», ενώ το 1896, ως επακόλουθο του συνεδρίου στο Παρίσι, σχηματίσθηκε υπό τη γενική προεδρία της Παρρέν, η «Ένωσις των Ελληνίδων» (η οποία από το 1900 εξελίχθηκε σε «Οικοκυρική και Επαγγελματική Ένωση Ελληνίδων»).
Το πάθος της για την αναγέννηση και διατήρηση των ελληνικών εθίμων και παραδόσεων, την οδήγησε το 1911 στη δημιουργία του «Λυκείου των Ελληνίδων», με σκοπό να ενισχύσει τη θέση των Ελληνίδων, αλλά και να ενθαρρύνει τη διατήρηση των εθίμων και κυρίως των παραδοσιακών τεχνών (του χορού, του τραγουδιού, της κεντητικής, της υφαντικής και γενικότερα της χειροτεχνίας και της οικοτεχνίας). Συνεργάτες του Λυκείου των Ελληνίδων υπήρξαν κατά καιρούς σημαντικές προσωπικότητες της καλλιτεχνικής ζωής, όπως η λαογράφος Αγγελική Χατζημιχάλη, η ζωγράφος Θάλεια Φλωρά-Καραβία, οι ζωγράφοι Φώτης Κόντογλου και Γιάννης Τσαρούχης, οι μουσουργοί Μανώλης Καλομοίρης και Νίκος Σκαλκώτας, ο συγγραφέας Γρηγόριος Ξενόπουλος κ.α. Η πολύπλευρη και πλουσιότατη λαογραφική, καλλιτεχνική και εκπαιδευτική δράση του Λυκείου των Ελληνίδων συνεχίζεται με τον ίδιο ζήλο μέχρι σήμερα αριθμώντας, 100 χρόνια μετά, 15.000 μέλη σε Ελλάδα και εξωτερικό με παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα.
Η Καλλιρρόη Παρρέν, πολυγραφότατη μέχρι τέλους, άφησε πίσω της, ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Έγραψε: η Ιστορία της γυναικός από κτίσεως κόσμου μέχρι σήμερον (1889), Ιστορία της γυναικός. Σύγχρονοι Ελληνίδες 1530-1896 (1903), Τα βιβλία της Αυγής, τριλογία των μυθιστορημάτων, Η χειραφετημένη (1900), Η Μάγισσα (1901) και το Νέον συμβόλαιον (1902), το Μαραμένον κρίνον (1909), τα θεατρικά έργα Η νέα γυναίκα (παρουσιάστηκε από τη Μαρίκα Κοτοπούλη, 1907) και Το σχολείον της Ασπασίας (1908), ταξιδιωτικές εντυπώσεις και άλλες ιστορικές και κοινωνιολογικές μελέτες.
Το 1936 τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με το «Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Γεωργίου Β΄» για τα 50 χρόνια προσφοράς της στο ελληνικό κράτος και στον ελληνικό λαό, η πρώτη γυναίκα που πήρε αυτή την ανώτατη διάκριση.
Η Καλλιρρόη Παρρέν έφυγε από τη ζωή στις 16 Ιανουαρίου 1940 αφήνοντας πίσω της ένα σπουδαίο έργο. Το ελληνικό κράτος την αποχαιρέτησε με τιμές αρχηγού κράτους. Έφυγε πλήρης και ευτυχισμένη από την αγωνιστική της πορεία. Λίγο πριν το θάνατό της είχε δηλώσει:
«Είμαι ευτυχής και ήσυχη πλέον μπορώ να αναπαυθώ, εφʼ όσον αισθάνομαι ότι αφήνω μίαν ανθηράν βλάστησιν της σποράς, την οποίαν εμείς, αι ολίγαι πρωτοπόροι, εσπείραμεν εις την τότε άγονον και πετρώδη γην και είμαι βεβαία ότι από σας, καλαί μου συνεργάτιδες, θα δημιουργηθή η τελεία γυναίκα της αύριον».