Μια αποτυχημένη στρατιωτική επέμβαση, γενοκτονία πολιτών, οικονομική απομόνωση από τη διεθνή κοινότητα, κατ’ οίκον συλλήψεις διαδηλωτών κατά του πολέμου και κλείσιμο ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης.
Οποιοσδήποτε από αυτούς τους παράγοντες θα μπορούσε να σηματοδοτήσει το τέλος ενός απλού πολιτικού ηγέτη. Ωστόσο, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν όχι μόνο αντιμετώπισε αυτές τις προκλήσεις, αλλά και η δημοτικότητά του έχει αυξηθεί. Σύμφωνα με το ανεξάρτητο κέντρο δημοσκοπήσεων Levada, ο Πούτιν έχει βελτιώσει το ποσοστό αποδοχής τους από τους Ρώσους πολίτες, από 69% τον Ιανουάριο σε 83% τις τελευταίες ημέρες. Αυτό είναι σημαντικό ακόμη και αν συνυπολογιστεί η επίδραση της κυβερνητικής προπαγάνδας στην ικανότητα κριτικής σκέψης.
Η άνοδος του Πούτιν στις δημοσκοπήσεις δεν προκύπτει μόνο από ένα φαινόμενο εθνικής συσπείρωσης σε καιρό πολέμου. Οι Ρώσοι πολίτες θεωρούν τον ηγέτη τους το μόνο άτομο που στέκεται ανάμεσα τους και την πλήρη καταστροφή της χώρας τους. Πρόκειται για την απόλυτη πίστη σε έναν απολυταρχικό ηγέτη για να αποτρέψει την απόλυτη κατάρρευση.
Η αύξηση της δημοτικότητας του Πούτιν είναι επίσης άσχημα νέα για όσους πιστεύουν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που πιέζουν τη ρωσική οικονομία θα οδηγήσουν σε κάποιου είδους αλλαγή καθεστώτος στο Κρεμλίνου.
Στην καλύτερη περίπτωση, οι κυρώσεις έχουν σχεδιαστεί για να αποδυναμώσουν τη ρωσική πολεμική μηχανή δημιουργώντας ελλείψεις στις αλυσίδες εφοδιασμού. Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι οι κυρώσεις έχουν ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα αυξάνοντας τις τιμές για βασικά εξαρτήματα και περιορίζοντας την πρόσβαση σε είδη υψηλής τεχνολογίας.
Οι κυρώσεις, στην πορεία, θα επηρεάσουν και τους Ρώσους πολίτες, δίνοντας στον Πούτιν μια ακόμα αφορμή για να κατηγορήσει τους ξένους για τα εσωτερικά προβλήματα της χώρας. Αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να αντιταχθεί κανείς στις κυρώσεις. Ο Πούτιν, έτσι κι αλλιώς, κατηγορεί τους ξένους εδώ και αρκετό καιρό και τα ποσοστά αποδοχής του κυμαίνονται σταθερά γύρω στο 70%. Οι κυρώσεις δεν αλλάζουν ουσιαστικά τις πολιτικές ισορροπίες εντός της Ρωσίας. Επιπλέον, τα προβλήματα των απλών Ρώσων δεν μπορούν να συγκριθούν με τα δεινά των απλών Ουκρανών. Εάν οι κυρώσεις μπορούν βοηθήσουν στην αποκλιμάκωση και τελικά τον τερματισμό του πολέμου, πρέπει να επιδιωχθούν.
Εάν οι κυρώσεις δεν επισπεύσουν την αλλαγή καθεστώτος -και δεν το έχουν κάνει ούτε στη Βόρεια Κορέα ούτε στο Ιράν- τότε τι θα μπορούσε να απομακρύνει τον Πούτιν από την εξουσία; Πιθανότατα δεν θα είναι μια λαϊκή επανάσταση όπως οι διαδηλώσεις της Ευρωπαϊκής Άνοιξης που έδιωξαν τον σύμμαχο του Κρεμλίνου Βίκτορ Γιανουκόβιτς από την Ουκρανία το 2014. Ρώσοι αντιφρονούντες όπως ο Αλεξέι Ναβάλνι βρίσκονται στη φυλακή ή, όπως ο Βλαντιμίρ Καρα-Μούρζα, έχουν εξοριστεί (ενημέρωση: επέστρεψε πρόσφατα στη Μόσχα). Από την έναρξη της εισβολής, το καθεστώς έχει συλλάβει χιλιάδες διαδηλωτές. Η πρόσφατη έξοδος Ρώσων αντικαθεστωτικών και διανοουμένων από τη χώρα τους, κάνει την προοπτική μιας λαϊκής εξέγερσης ακόμη πιο αμυδρή.
Ωστόσο, ο Πούτιν δεν θα ζήσει για πάντα. Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται, η δημοτικότητά του τελικά θα υποστεί πλήγματα. Κάποια στιγμή, όσοι βρίσκονται στον στενό του κύκλο μπορεί να αποφασίσουν ότι η παρουσία του είναι περισσότερο πρόβλημα παρά πλεονέκτημα. Ή ίσως ένας συνασπισμός ευρείας βάσης θα εκδιώξει έναν αποδυναμωμένο Πούτιν σε κάποιες μελλοντικές εκλογές.
Ο Ψυχρός Πόλεμος δεν τελείωσε έως ότου ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ μεταμόρφωσε τη Σοβιετική Ένωση. Η τρέχουσα αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και μεγάλου μέρους του υπόλοιπου κόσμου δεν θα τελειώσει μέχρι να πάρει κάποιος τη θέση του Πούτιν. Αλλά αυτό θέτει το ερώτημα: πώς θα μοιάζει η Ρωσία μετά τον Πούτιν;
Ο Φασισμός συνεχίζεται
Η Ρωσία παραδοσιακά εδώ και αιώνες αποδεχόταν ηγέτες που κυβερνούσαν σκληρά και απολυταρχικά, από τον Ιβάν τον Τρομερό μέχρι τον Στάλιν. Ο Πούτιν συνέχισε αυτή την παράδοση διακυβέρνησης, συνδυάζοντας το κομματικό παρελθόν του με έναν εργαλειακό εθνικισμό, για να απευθυνθεί στους κομμουνιστές και την ακροδεξιά ταυτόχρονα. Εκμεταλλεύτηκε τον πλούτο των υδρογονανθράκων και μια βαθιά νοσταλγία για την προβλέψιμη τάξη πραγμάτων της σοβιετικής εποχής (ειδικά μεταξύ εκείνων που δεν έζησαν τις χειρότερες υπερβολές της). Η δημοτικότητα του Πούτιν γύρω στο 70% είναι περίπου η ίδια που απολαμβάνει σήμερα και ο Στάλιν, μια σύγκλιση και σύγκριση που λέει ρητά.
Ο Πούτιν, με άλλα λόγια, δεν είναι μια εξαίρεση. Η απομάκρυνσή του από την εξουσία δεν θα μεταμορφώσει ως δια μαγείας τη Ρωσία σε μια φιλελεύθερη, δημοκρατική χώρα.
Κάποια στιγμή, θα μπορούσαμε να φανταστούμε έναν στρατιωτικό ηγέτη να αναλαμβάνει την εξουσία, είτε μέσω εκλογών είτε μέσω πραξικοπήματος. Ο Αντιστράτηγος Αλεξάντερ Λέμπεντ ήρθε τρίτος στις εκλογές του 1996 πίσω από τον Μπόρις Γέλτσιν και τον Γκενάντι Ζιουγκάνοφ του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αν κατέβαινε στις εκλογές το 2000, ο Λεμπέντ μπορεί να είχε κερδίσει τον Πούτιν, ο οποίος είχε οριστεί προσωρινός διάδοχος του Γέλτσιν, και να είχε επιβάλει ένα μοντέλο Πινοσέτ στη Ρωσία. Αλλά ο Λέμπεντ δεν κατέβηκε στις εκλογές και σκοτώθηκε σε ένα ατύχημα με ελικόπτερο το 2002. Στη συνέχεια, ο Πούτιν φρόντισε ο στρατός να είναι πλήρως ελεγχόμενος.
Σήμερα, μετά την καταστροφή στην Ουκρανία, ο ρωσικός στρατός δεν είναι σε θέση να καταλάβει το Κρεμλίνο. Αλλά η Ρωσία δεν έχει έλλειψη πολιτικών προσωπικοτήτων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τη χώρα σε μια υπερστρατιωτικοποιημένη κατεύθυνση. Ο Ζιουγκάνοφ, για παράδειγμα, εξακολουθεί να είναι επικεφαλής του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος, μια θέση που έχει από το 1993. Το 2010 είχε υποστηρίξει την ανάγκη «επανασταλινοποίησης» της Ρωσίας ενόψει των σχετικά ήπιων πολιτικών του Ντμίτρι Μεντβέντεφ. Σε ένα άρθρο του στις 16/2/2022 ο Ζιουγκάνοφ επαίνεσε την «καλή γειτονία» της Ρωσίας στις προσπάθειές της να νικήσει και να εκδιώξει τους «φασίστες» από την Ουκρανία και εκείνους που κινούν τα νήματα από την Washington. Ο Ζιουγκάνοφ και οι σύντροφοί του μοιάζουν να αγνοούν εντελώς τι προκύπτει όταν στον «εθνικισμό» προστίθεται ο «σοσιαλισμός».
Συνοδοιπόρος του Ζιουγκάνοφ, στην άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, ήταν μέχρι πρόσφατα ο Βλαντιμίρ Ζιρινόφσκι, ο επικίνδυνος πρίγκιπας-κλόουν της ρωσικής πολιτικής σκηνής. Πολύ πίσω στη δεκαετία του 1990, ο Ζιρινόφσκι παρουσίασε πολλές από τις μεταγενέστερες θέσεις του Πούτιν για την Ουκρανία, όταν υποστήριξε ότι η χώρα ήταν πραγματικά μέρος της Ρωσίας. Υποστήριξε απροκάλυπτα την αποκατάσταση μιας μεγάλης ρωσικής αυτοκρατορίας.
Δεδομένης της ηλικίας αυτής της τρόικας —Πούτιν, Ζιουγκάνοφ, Ζιρινόφσκι— μπορεί η μεταψυχροπολεμική γενιά των Ρώσων νεοφασιστών να πλησιάζει το βιολογικό θάνατο (ο Ζιρινόφκσι πέθανε στις 6/4/2022). Όμως μια νέα γενιά στελεχών φαίνεται ότι ετοιμάζεται να τους διαδεχθεί. Όπως υποστήριξε ο πολιτικός επιστήμονας Robert Horvath, το Κρεμλίνο έχει από καιρό καλλιεργήσει δεσμούς με μια νέα, ακμάζουσα ακροδεξιά στη Ρωσία, από τη νεολαία Νάσι μέχρι τους νεοναζί Ρούσκι Ομπράζ. Επιφανή στελέχη αυτών των ομάδων, όπως ο πολιτικός Μαξίμ Μισένκο και το τρολ του διαδικτύου Άννα Μπογκατσιόβα, περιμένουν την ευκαιρία τους.
Επίσης υπάρχει η ρωσική εναλλακτική δεξιά, η οποία αντλεί από τις θολές ιδεολογικές ρίζες του ευρασιατισμού. Η ηγετική φυσιογνωμία για κάποιο διάστημα ήταν ο Αλεξάντερ Ντούγκιν, ένας πολιτικός επιστήμονας που οδήγησε τον Πούτιν προς τον φασισμό. Ακόμη και πριν έρθει στην εξουσία ο Πούτιν, ο Ντούγκιν υποστήριξε την εκμετάλλευση των εντάσεων εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, την υποδαύλιση διαφωνιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την επέκταση της ρωσικής επιρροής σε ένα τεράστιο τμήμα της Ευρασίας. Μετά από χρόνια συνεχούς και επίμονης κρατικής προπαγάνδας, το ρωσικό κοινό είναι πολύ επιρρεπές σε τέτοιες αυταπάτες μεγαλείου.
Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι τέτοιες αυταπάτες θα πεθάνουν στην Ουκρανία. Όμως όπως απέδειξε ο Χίτλερ, ένας ικανός πολιτικός μπορεί να εκμεταλλευτεί τη δυσαρέσκεια μιας ηττημένης δύναμης και να την ωθήσει σε ακόμη μεγαλύτερες αυτοκρατορικές φιλοδοξίες.
Πραξικόπημα των Σιλοβίκι;
Οι Σιλοβίκι είναι η ελίτ εξουσίας της Ρωσίας: οι επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας, πληροφοριών και τους στρατού. Έχουν αποτελέσει το θεμέλιο της θεσμικής υποστήριξης του Πούτιν, επιτρέποντάς του να ασκεί άνευ προηγουμένου έλεγχο στη ρωσική κοινωνία καθώς και στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Προέρχονται από το ίδιο περιβάλλον με τον ίδιο τον Πούτιν και σχηματίζουν ένα προστατευτικό Πολιτικό Γραφείο γύρω του.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει σίγουρα ταράξει τους Σιλοβίκι. Ο Πούτιν έθεσε σε κατ' οίκον περιορισμό δύο υψηλόβαθμα μέλη του κλάδου των ξένων πληροφοριών - τον Σεργκέι Μπεσέντα και τον αναπληρωτή του στην Πέμπτη Διεύθυνση της FSB. Ο Ρομάν Γκαβρίλοφ, ο αναπληρωτής αρχηγός της Εθνικής Φρουράς παραιτήθηκε πρόσφατα, ή απολύθηκε και πιθανώς συνελήφθη. Ο υπουργός Άμυνας Σεργκέι Σόιγκου εξαφανίστηκε για σχεδόν δύο εβδομάδες εν μέσω φημών για προβλήματα υγείας και πολιτικές διαφωνίες, και οκτώ στρατηγοί φέρεται να αντικαταστάθηκαν καθώς η ρωσική εισβολή παρέπαιε.
Όμως, δεν ήταν μόνο τα προβλήματα των στρατιωτικών επιχειρήσεων που ανησύχησαν τον Πούτιν. Ήταν επίσης το ότι οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών φαινόταν να γνωρίζουν εκ των προτέρων πολλά στοιχεία για την εισβολή, γεγονός που υποδηλώνει ότι κάποιος κοντά στον Πούτιν διέρρεε πληροφορίες προς τα έξω. Η 3 αποτυχημένες απόπειρες δολοφονίας του Ουκρανού ηγέτη Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει επίσης αποδοθεί στις ενέργειες των υπηρεσιών ασφαλείας που αντιτίθενται στον πόλεμο.
Η παράνοια που φαίνεται ότι χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή τον Πούτιν θυμίζει τις τελευταίες μέρες του Στάλιν, ο οποίος φανταζόταν ότι μια ομάδα γιατρών, πολλοί από τους οποίους ήταν Εβραίοι, ήταν αποφασισμένοι να σκοτώσουν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη. Μόνο ο θάνατος του Στάλιν τον Μάρτιο του 1953 έβαλε τέλος στις εκτεταμένες εκκαθαρίσεις που σχεδιάζονταν σε σχέση με αυτήν την κατασκευασμένη «συνωμοσία των γιατρών». Φυσικά, η παράνοια του Στάλιν μπορεί κάλλιστα να μετατράπηκε σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία, καθώς πιθανότατα ο θάνατός τους ήταν αποτέλεσμα δηλητηρίασης από τον επικεφαλής της μυστικής αστυνομίας Λαυρέντι Μπέρια.
Θα στραφεί και οι Σιλοβίκι εναντίον του Πούτιν; Υπήρξε σίγουρα μια αναταραχή, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία απόδειξη για σοβαρές διαφωνίες και αντιπαραθέσεις στον στενό κύκλο του προέδρου. Αλλά αυτό συνέβαινε και με την ομάδα γύρω από τον Στάλιν, μέχρι που διέταξε την κατασκευή νέων γκουλάγκ για να στεγαστούν όλοι οι «δολιοφθορείς» που σχεδίαζε να συλλάβει λόγω της «συνωμοσίας των γιατρών». Εάν ο Πούτιν δώσει σε πρόσωπα όπως ο Γραμματέας του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας Νικολάι Πατρούσεφ και ο επικεφαλής της FSB Αλεξάντερ Μπόρτνικοφ αφορμές να αρχίσουν να φοβούνται για τη ζωή τους (ή ακόμα και τα αξιώματά τους), οι μέρες του Πούτιν μπορεί να είναι μετρημένες.
Συνασπισμός Φιλελεύθερων-Συντηρητικών
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ελεύθερες και δίκαιες εκλογές στη Ρωσία στο άμεσο μέλλον. Στις τελευταίες προεδρικές εκλογές του 2018, ο Πούτιν «κέρδισε» περίπου το 77% των ψήφων, με τον υποψήφιο του Κομμουνιστικού Κόμματος και τον Ζιρινόφσκι να έρχονται δεύτερος και τρίτος αντίστοιχα.
Μεγάλο μέρος της λεγόμενης αντιπολίτευσης κινείται βασικά στη γραμμή του Πούτιν, συμπεριλαμβανομένου του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος του Ζιρινόφσκι. Η Δίκαιη Ρωσία, ένα υποτιθέμενο κεντροαριστερό κόμμα, έχει στηρίξει επίσης σε μεγάλο βαθμό τον Πούτιν, υποστηρίζοντας την εισβολή στην Ουκρανία και κερδίζοντας μια αποβολή από τη Σοσιαλιστική Διεθνή. Η κεντροδεξιά Πλατφόρμα Πολιτών, που δημιουργήθηκε από τον ολιγάρχη Μιχαήλ Προκόροφ το 2012, υποστηρίζει επίσης τον Πούτιν. Μόνο το κεντρώο φιλελεύθερο κόμμα Νέος Λαός ψήφισε κατά της αναγνώρισης των αποσχισμένων δημοκρατιών στην Ουκρανία. Το σοσιαλφιλελεύθερο κόμμα Γιαμπλόκο, άλλοτε η μεγάλη ελπίδα των δυτικών δυνάμεων ως όχημα για τον πολιτικό μετασχηματισμό της Ρωσίας, δεν έχει πλέον μεγάλη επιρροή.
Στην Ουγγαρία, όπου ο Βίκτορ Όρμπαν δεν έχει καταφέρει (ακόμα) να εξαλείψει την πολιτική αντιπολίτευση, οι φιλελεύθεροι και οι συντηρητικοί τελικά ενώθηκαν πίσω από την υποψηφιότητα του Πέτερ Μάρκι-Ζάι για να αμφισβητήσουν τον Όρμπαν στις πιο πρόσφατες εκλογές. Ωστόσο, ο Orbán κέρδισε ξανά, για τέταρτη φορά.
Ο Πούτιν αντιμετωπίζει μόνο κατ’ όνομα αντιπολίτευση στη Δούμα και στους δρόμους. Θα χρειαζόταν μια τεράστια αλλαγή στο λαϊκό αίσθημα στη Ρωσία για να εμφανιστεί μια βιώσιμη, πραγματική αντιπολίτευση. Όμως ακόμα και τότε, ένα τέτοιο κίνημα θα αντιμετώπιζε μια δύσκολη μάχη ενάντια σε έναν κρατικό μηχανισμό που ελέγχεται από τον Πούτιν, όπως δείχνει το ουγγρικό παράδειγμα.
Σαουδική Αραβία του Βορρά
Το μέλλον της Ρωσίας: η Σαουδική Αραβία του Βορρά.
Μια μικρή άρχουσα ελίτ θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να παραμείνει στην εξουσία καταστέλλοντας ανελέητα την αντιπολίτευση, σκοτώνοντας αντιφρονούντες αν χρειαστεί και χρηματοδοτώντας τις δραστηριότητές της μέσω της πώλησης ορυκτών καυσίμων. Θα ξεκινήσει πολέμους —Υεμένη, Ουκρανία— για να διατηρήσει την περιφερειακή κυριαρχία. Θα αδιαφορεί για τη διεθνή κοινότητα επειδή πιστεύει ότι οι υδρογονάνθρακες είναι το ισχυρό χαρτί της, χάρις στο οποίο θα μπορεί πάντα να τη γλυτώνει.
Ναι, οι γυναίκες μπορούν να οδηγήσουν στη Ρωσία. Αλλά κατά τα άλλα, η Ρωσία βρίσκεται στο «σωστό» δρόμο για να γίνει μια απομονωμένη, ανδροκρατούμενη, υπερ-συντηρητική, αυταρχική κοινωνία που μοιάζει όλο και περισσότερο με το ανελεύθερο βασίλειο της Μέσης Ανατολής - απλώς αντικαταστήστε την τάιγκα της Σιβηρίας με την άμμο της ερήμου. Ο Πούτιν κάνει το ίδιο παζάρι με τον πληθυσμό που έκαναν οι Σαουδάραβες. Υπόσχεται ένα βαθμό οικονομικής ασφάλειας με αντάλλαγμα την πολιτική εξάρτηση και προσφέρει, όπως οι Σαουδάραβες μονάρχες, να προστατεύσει τους πολίτες από τις ανατρεπτικές επιρροές του σύγχρονου κόσμου, όπως η ομοφυλοφιλία και η ελευθερία του λόγου.
Η επόμενη γενιά νεοφασιστών δεν θα πήγαινε τη Ρωσία σε διαφορετική κατεύθυνση. Μια αλλαγή στην κορυφή, με ένα μέλος των Σιλοβίκι να αντικαθιστά τον Πούτιν, θα μπορούσε να συμβιβαστεί με τη διεθνή κοινότητα, αλλά δεν θα άλλαζε ουσιαστικά την τρέχουσα ρωσική τάξη πραγμάτων. Ίσως ένας σύγχρονος Γκορμπατσόφ κρύβεται κάπου στην ενδοχώρα, περιμένοντας να «περάσει» ο Πούτιν, πριν προσπαθήσει να αναρριχηθεί στην εξουσία. Ίσως ο Πούτιν να αποδειχθεί τόσο αυτοκαταστροφικός που μια πολιτική αντιπολίτευση θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να οργανωθεί στην αναρχία που θα ακολουθήσει.
Το πιο πιθανό σενάριο είναι αυτό. Ένας «μεταρρυθμιστής» θα έρθει υποσχόμενος κάποιου τύπου εκσυγχρονισμό, κυρίως οικονομικός, και θα προσελκύει κάποια υποστήριξη από τη Δύση. Θυμηθείτε ότι ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν αυτοπροσδιορίστηκε ως ένας τέτοιος μεταρρυθμιστής στη Σαουδική Αραβία. Η ρωσική έκδοση πιθανότατα θα αποδειχθεί εξίσου αδίστακτη και εξίσου διεφθαρμένη με το πολιτικό σύστημα από το οποίο θα προέρχεται. Ελπίζω μόνο ότι ο ρωσικός λαός θα αποδείξει ότι κάνω λάθος.