Το καλό στην υπόθεση των WikiLeaks είναι ότι δεν χρειάζεται καν τη συνταγματική κατοχύρωση για να ασκήσει το δικαίωμα στον ελεύθερο λόγο.
Συνήθως τα έγγραφα που οι κυβερνήσεις θέλουν να μείνουν κρυφά, έρχονται στη δημοσιότητα κατά μερικές δεκάδες σελίδες. Τόσες συνήθως μπορούν να φωτοτυπηθούν και να διαρρεύσουν στον Τύπο. Οχι όμως στην εποχή της πληροφορικής τεχνολογίας. Χωρίς αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρχει κάτι σαν το κίνημα των WikiLeaks. Για ένα απλό λόγο: 251.287 διπλωματικά έγγραφα, που ήταν η τελευταία φουρνιά, είναι αδύνατον να φωτοτυπηθούν και να μοιραστούν. Μπορούν όμως να αντιγραφούν και να αποσταλούν ψηφιακά με το πάτημα ενός κουμπιού.
Στην εποχή προ της πληροφορικής τεχνολογίας υπάρχει μόνο μια σχετικά μεγάλη διαρροή εγγράφων. Το 1967, ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Μακναμάρα, έδωσε εντολή να αποτυπωθεί η πορεία και η κατάσταση του πολέμου στο Βιετνάμ. Το έργο των 36 αναλυτών, που πήρε την ονομασία «Εγγραφα του Πενταγώνου», απαρτιζόταν από 3.000 σελίδες ιστορικής ανάλυσης για τον πόλεμο και 4.000 επίσημα έγγραφα. Από αυτές τις 7.000 σελίδες διέρρευσε ένα μεγάλο κομμάτι κατ' αρχήν στους New York Times και κατόπιν σε 15 ακόμη εφημερίδες των ΗΠΑ.
Τα έγγραφα αποκάλυπταν ότι οι πρόεδροι των ΗΠΑ μετά τον πόλεμο έλεγαν ψέματα στον αμερικανικό λαό σχετικά με τις προθέσεις τους και την εξέλιξη του πολέμου. Η κυβέρνηση του Τζον Κένεντι σχεδίαζε την ανατροπή του Βιετναμέζου ηγέτη Νγκο Ντιν Ντιέμ, ο Λίντον Τζόνσον παρ' όλο που υποσχόταν «δεν θέλω να επεκτείνω τον πόλεμο» είχε αποφασίσει τους βομβαρδισμούς και καταδρομικές επιχειρήσεις στο Βόρειο Βιετνάμ και το κυριότερο: ενώ ο πόλεμος δικαιολογούνταν στο αμερικανικό κοινό με τη «θεωρία του ντόμινο», οι αμερικανικές κυβερνήσεις προκαλούσαν ντόμινο αστάθειας στην περιοχή, βομβαρδίζοντας μυστικά χώρες όπως το Λάος και την Καμπότζη. Τέλος, αποκάλυπτε ότι η στρατιωτική και διπλωματική γραφειοκρατία των ΗΠΑ είχε φτιάξει τη δική της ατζέντα για τον πόλεμο.
Σε έγγραφο του 1965 το Πεντάγωνο ζητούσε τη συνέχιση του πολέμου διότι: 70% για να αποφευχθεί η ταπείνωση μιας στρατιωτικής ήττας (ή της υπόληψης ως εγγυητή, όπως επίσης να μην δημιουργηθεί στίγμα για τις μεθόδους που ήδη χρησιμοποιήθηκαν), 20% να μην πέσει το Νότιο Βιετνάμ και οι γύρω περιοχές στα χέρια της Κίνας, 10% να βοηθηθεί ο λαός του Βιετνάμ να ζήσει μια καλύτερη και ελεύθερη ζωή.
Αυτά τα ντοκουμέντα μπόρεσαν να δημοσιοποιηθούν, επειδή το 1971 οι φιλελεύθεροι κυριαρχούσαν στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Παρ' όλο που τα έγγραφα του Πενταγώνου αφορούσαν τις προηγούμενες προεδρίες των ΗΠΑ, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ, έπεισε τον Νίξον να κινηθεί δικαστικά κατά των δύο εφημερίδων (The New York Times και Washington Post), διότι δημιουργούνταν προηγούμενο και για άλλες αποκαλύψεις διαβαθμισμένων εγγράφων στο μέλλον. Η αμερικανική κυβέρνηση κατέφυγε στα δικαστήρια. Κατάφερε να πάρει μια προσωρινή απόφαση από το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Νέας Υόρκης για να σταματήσει τη δημοσίευση των εγγράφων, αλλά στην Ουάσιγκτον το περιφερειακό δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν μπορεί να υπάρξει προληπτική λογοκρισία αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να αποδείξει, πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία, ότι διακινδυνεύονται υψηλότερα αγαθά από την ελευθερία του Τύπου.
Η απόφαση «New York Times Co. v. United States» του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ ήταν κόλαφος για την κυβέρνηση και αποτελεί μνημείο για την ελευθερία του λόγου. «Για πρώτη φορά στα 182 χρόνια από την ίδρυση της Δημοκρατίας μας, ζητείται από τα Ομοσπονδιακά Δικαστήρια να απαντήσουν ότι η Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος δεν εννοεί αυτά που λέει, αλλά μάλλον εννοεί ότι η κυβέρνηση μπορεί να σταματήσει τη δημοσίευση ειδήσεων που είναι ζωτικής σημασίας στους πολίτες αυτής της χώρας», έγραψε τη δικαιολόγηση της ψήφου του ο δικαστής Χούγκο Μπλακ.
«Στην Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος οι ιδρυτικοί πατέρες (του αμερικανικού κράτους) έδωσαν στον Τύπο την προστασία που πρέπει να έχει για να επιτύχει τον σημαντικό ρόλο που οφείλει στη δημοκρατία μας. Ο ρόλος του Τύπου είναι να υπηρετεί τους κυβερνώμενους και όχι τους κυβερνήτες. Η εξουσία του κράτους να λογοκρίνει τον Τύπο απαγορεύτηκε, για να παραμείνει ο Τύπος για πάντα ελεύθερος να εκθέτει την κυβέρνηση. Ο Τύπος προστατεύεται για να αποκαλύπτει τα μυστικά της κυβέρνησης και να πληροφορεί τους πολίτες. Μόνο ο ελεύθερος και ανεμπόδιστος Τύπος μπορεί να εκθέσει την παραπλάνηση του κοινού από το κράτος. Και υπέρτατο καθήκον του Τύπου είναι να εμποδίζει κάθε τμήμα του κράτους να εξαπατά τους πολίτες και να τους στέλνει σε μακρινά κράτη για να πεθάνουν από ξένες ασθένειες και από ξένες σφαίρες και βόμβες... Η λέξη «ασφάλεια» είναι μια μεγάλη και ασαφής γενικότητα που δεν πρέπει να την επικαλούμαστε για να απεμποληθεί ο θεμελιώδης νόμος που ενσωματώνεται στην Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος. Η φύλαξη των στρατιωτικών και διπλωματικών μυστικών σε βάρος τής καλά πληροφορημένης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, δεν παρέχει πραγματική ασφάλεια στη δημοκρατία μας.»
Το καλό στην υπόθεση των WikiLeaks είναι ότι δεν χρειάζεται καν τη συνταγματική κατοχύρωση για να ασκήσει το δικαίωμα στον ελεύθερο λόγο. Η αρχιτεκτονική του Ιnternet είναι αρκετή. Το Διαδίκτυο δεν έχει κέντρο για να φιλτράρει ή να αποσιωπήσει πληροφορίες. Κάθε κόμβος, μέσω του οποίου μεταδίδεται ένα μήνυμα, λειτουργεί αυτόνομα. Tο μήνυμα που στέλνεται από ένα χρήστη, διαθέτει εκείνα τα στοιχεία, ώστε να ψάξει μόνο του να βρει τις εναλλακτικές διόδους για να φτάσει στον τελικό χρήστη. Aν δηλαδή, στη συνήθη του διαδρομή συναντήσει εμπόδιο (ο κόμβος π.χ. είναι εκτός λειτουργίας) δοκιμάζει την επόμενη κ.ο.κ.
H λογοκρισία λειτουργεί στο Internet σαν βλάβη. Aν κάποιος κόμβος αποφασίσει να μη μεταφέρει κάποια πληροφορία, τότε αυτός λογίζεται από το μήνυμα ως νεκρός κόμβος και αμέσως δοκιμάζει τον επόμενο, μέχρι να καταφέρει να φτάσει στον προορισμό του. Kατ' αυτόν τον τρόπο, κάθε απόπειρα λογοκρισίας στο Internet είναι καταδικασμένη εν τη γενέσει της.
Τεχνολογίες ελευθερίας
Κανείς δεν ξέρει ποια θα ήταν η τύχη της Μεταρρύθμισης του Μαρτίνου Λούθηρου χωρίς την τυπογραφία. Η αλήθεια είναι ότι και τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν απόπειρες μεταρρύθμισης της Καθολικής Εκκλησίας, οι οποίες δεν κατέληξαν πουθενά - απλώς οι εμπνευστές των συχνάκις κατέληγαν στην πυρά. Ο θρύλος επίσης αναφέρει πως ακόμη και ο ίδιος ο Λούθηρος εξεπλάγη από το εύρος της διάδοσης των «95 θέσεων για την εξουσία, τη δραστικότητα και την τρυφηλότητα», που (όπως όλα δείχνουν) θυροκόλλησε στην Εκκλησία του Κάστρου της Βυρτεμβέργης.
Η υλική βάση για τη διάδοση νέων ιδεών προϋπήρχε. Μπορεί η πρώτη τυπογραφική μηχανή του Γουτεμβέργιου να εξέδωσε τη Βίβλο, μπορεί οι μηχανές της Καθολικής Εκκλησίας να τύπωναν συγχωροχάρτια, υπήρχαν όμως πλεονάζουσες επενδύσεις σε τυπογραφεία που διψούσαν για νέα κείμενα. Και οι «95 θέσεις», μπορεί να συγκρότησαν σε λέξεις τη διάχυτη δυσαρέσκεια για τα πεπραγμένα του Πάπα, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε μακριά, αν αναπαράγονταν χειρόγραφα. Η τεχνολογική εξέλιξη και η παραγωγική βάση, δημιούργησε το γήπεδο, ώστε να μετεξελιχτεί το εποικοδόμημα των ιδεών.
Tο ζήτημα είναι απλό: από τη στιγμή που αποκεντρώνεται η παραγωγή και η διακίνηση της πληροφορίας, κάθε έλεγχος στο περιεχόμενο είναι μάταιος κόπος. Aυτό που έμαθε η Kαθολική Εκκλησία στα χρόνια της τυπογραφίας, το συνειδητοποίησε και η KGB στα στερνά του σοβιετικού καθεστώτος. O εφιάλτης της υπηρεσίας ήταν τα... φωτοαντιγραφικά μηχανήματα. Οταν για λόγους αύξησης της παραγωγικότητας εξαπλώθηκαν στις επιχειρήσεις, οι διαφωνούντες μπορούσαν εύκολα και ανέξοδα να αναπαραγάγουν τις προκηρύξεις τους. Οι πρώτες προσπάθειες αστυνόμευσης κατέρρευσαν, διότι το κόστος της αποδείχθηκε μεγαλύτερο από το όφελος που έφερνε η αύξηση της παραγωγικότητας. Ετσι για μια ακόμη φορά η τεχνολογική πρόοδος δημιούργησε το έδαφος για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.
Tο ίδιο συμβαίνει τώρα και με το Internet. Eίναι εύκολο να ελεγχθούν δέκα τηλεοπτικοί σταθμοί, 30 ραδιοφωνικοί σταθμοί, και 100 έστω εφημερίδες - τα εκατομμύρια πομπών που υπάρχουν σήμερα στο δίκτυο είναι αδύνατον να λογοκριθούν παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των κρατούντων.
Απαγορεύεται η λογοκρισία
«Η αρχιτεκτονική του Διαδικτύου προστατεύει ελευθερίες που παλιά χρειαζόταν νομοθετικές ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, μπορεί να είναι άχρηστη στο μέλλον η συνταγματική επιταγή που προστατεύει την ελευθερία του λόγου, σε ένα περιβάλλον όπου δεν μπορεί να υπάρξει λογοκρισία... »
John Perry Barlow, Ιδρυτής του Electronic Frontier Foundation