Οι έρευνες για τον εντοπισμό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα άρχισαν τη δεκαετία του 1960 στη Δυτική Ελλάδα και στο Ιόνιο.

Παρά τη μεθοδική εργασία ξένων κυρίως ειδικών περίπου μέχρι το 1966, τα αποτελέσματα υπήρξαν φτωχά. Αυτό εν μέρει μπορεί να δικαιολογηθεί από το γεγονός ότι η τεχνολογία στον τομέα της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων διαφέρει σήμερα πάρα πολύ από αυτήν της δεκαετίας του 60.

Με τα σημερινά τεχνολογικά δεδομένα τα αποτελέσματα των ερευνών στη Δυτική Ελλάδα ίσως να ήταν διαφορετικά. Έκτοτε – εξαιρουμένων κάποιων περιόδων σχετικά συστηματικής προσπάθειας – ουδέποτε η Ελλάδα προσέγγισε το θέμα των ερευνών για αναζήτηση υδρογονανθράκων συστηματικά και βάσει των διεθνών προδιαγραφών.

Στη χώρα μας έγιναν συνολικά περίπου 270 ερευνητικές γεωτρήσεις, στη συντριπτική τους πλειοψηφία χερσαίες και κάποιες υποθαλάσσιες. Για την έκταση και τη γεωμορφολογία της Ελλάδος ο αριθμός αυτός είναι εξαιρετικά μικρός, δεν έγινε συστηματικά  και φυσικά δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Σημαντικό ρόλο για τις περιορισμένες έρευνες της χώρας μας κυρίως στο Αιγαίο αλλά και στο Νοτιο-ανατολικό τμήμα των Ελληνικών θαλασσών έπαιξε το θέμα αρχικά της υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας και στη συνέχεια το θέμα των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ).

Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, ανακαλύφθηκαν από Καναδικές και Αμερικανικές Εταιρίες, τα μοναδικά μέχρι σήμερα εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στη χώρα. Πρόκειται για το κοίτασμα Φυσικού Αερίου της Νοτίου Καβάλας και το κοίτασμα Πετρελαίου του Πρίνου, τα οποία ανακαλύφθηκαν το 1972 στην υποθαλάσσια περιοχή Πρίνου-Καβάλας. Η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου άρχισε το 1981 από την κοινοπραξία «Εταιρία Πετρελαίων Βορείου Αιγαίου (Νorth Αegean Ρetroleum Co.-N.A.P.C.)». Αργότερα ανακαλύφθηκε το κοίτασμα του Βόρειου Πρίνου, ενώ η εκμετάλλευση συνεχίζεται μέχρι σήμερα από την Εταιρεία Εnergean Oil and Gas. Η ερευνητική δραστηριότητα για αναζήτηση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην υπόλοιπη Ελλάδα, εκτός της περιοχής Πρίνου – Καβάλας, είναι αυτή τη στιγμή μηδενική και η αναθεώρηση πολλών θεμάτων σχετικών με τη Νομοθεσία, τις αδειοδοτήσεις, τα κίνητρα προς τους υποψήφιους επενδυτές, τη σύσταση ειδικού φορέα υδρογονανθράκων με ισχυρές αρμοδιότητες και άλλα συναφή θέματα, πάντοτε με σεβασμό στην προστασία του περιβάλλοντος, θεωρείται – έστω και με τεράστια καθυστέρηση – επιτακτική ανάγκη, σύμφωνα με τις πλέον σύγχρονες διεθνείς πρακτικές. Πέρα όμως από τη σύσταση του Φορέα Υδρογονανθράκων που έχει ήδη δρομολογηθεί, θα πρέπει να καθοριστεί και μια στρατηγική για την πολιτική διευθέτηση του θέματος των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών με τις γειτονικές μας χώρες ώστε να γίνουν έρευνες και επενδύσεις στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου οι οποίες με τη σειρά τους θα βοηθήσουν:

1.    στην ενίσχυση του γεω-στρατηγικού ρόλου της πατρίδας μας,

2.    στην ορθολογική αξιοποίηση του εθνικού ορυκτού πλούτου,

3.    στην στήριξη της Εθνικής οικονομίας και της οικονομίας της περιοχής όπου υπάρχουν κοιτάσματα και

4.    στην εξασφάλιση θέσεων εργασίας.                             

Κλειδί στην οριοθέτηση της Ελληνικής ΑΟΖ είναι το Καστελόριζο, νησί το οποίο κατοικείται και κατά συνέπεια, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι διαθέτει Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Το Καστελόριζο αποτελεί εκ των πραγμάτων σημείο αναφοράς αλλά και κατοχύρωσης στον υπολογισμό της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η Ελλάδα και η Κύπρος θα έχουν κοινά όρια υφαλοκρηπίδας μόνον εάν η οριοθετική γραμμή της ελληνοτουρκικής υφαλοκρηπίδας χαραχθεί με βάση τη μέση γραμμή μεταξύ των τουρκικών ακτών και της νήσου Στρογγύλης, που ανήκει στο σύμπλεγμα του Καστελόριζου. Με βάση την αρχή της μέσης γραμμής, το σύμπλεγμα του Καστελόριζου εξασφαλίζει την επαφή της Ελληνικής με την Κυπριακή ΑΟΖ. Οι δύο αυτές παρεμβάλλονται μεταξύ τουρκικής και αιγυπτιακής, γεγονός που περιορίζει σημαντικά την τουρκική ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο. Προς το παρόν όμως Ελληνική ΑΟΖ δεν υπάρχει, επειδή η Αθήνα δεν την έχει ανακηρύξει. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, ένα παράκτιο κράτος αποκτά ΑΟΖ με μονομερή δήλωση ανακήρυξης. Στη συνέχεια, συνάπτει συμφωνίες οριοθέτησης με τα γειτονικά κράτη. Εάν δεν καταστεί δυνατή η συμφωνία οριοθέτησης, ο τρόπος με τον οποίο οι γειτονικές χώρες λύνουν τη διαφορά τους είναι με παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο. Δυστυχώς, όταν η Ελλάδα ξεκίνησε επαφές με τη Λιβύη και την Αίγυπτο για τις ΑΟΖ, παράβλεψε να ζητήσει διαβεβαιώσεις από την τελευταία ότι η οριοθέτηση θα γίνει βάσει των όρων της Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας που προβλέπουν ότι τα νησιά διαθέτουν την δική τους ΑΟΖ. Η κατάσταση περιπλέχτηκε ακόμη περισσότερο όταν οι Αιγύπτιοι ενημέρωσαν την Ελληνική πλευρά πως θα αρχίσουν συνομιλίες για οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών με τη Τουρκία, τη στιγμή που οι δύο χώρες δεν διαθέτουν καν κοινά θαλάσσια σύνορα! Η Αίγυπτος θα μπορούσε να διαθέτει θαλάσσια σύνορα με τη Τουρκία μόνο αν δεν αναγνωρισθούν τα δικαιώματα του Καστελόριζου. Εάν η Ελλάδα δεχτεί να προχωρήσει σε οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο χωρίς τον υπολογισμό του Καστελόριζου, η εμφανής συνέπεια θα είναι η Ελλάδα να μην έχει θαλάσσια σύνορα με την Κύπρο!

Σημειώνεται ότι κανένα κράτος μέχρι σήμερα στον κόσμο, που έχει πάει στη Χάγη, ή έχει κάνει κάποιου άλλου είδους διευθέτηση, ή που έχει ένα πρόβλημα στα θαλάσσια σύνορά του με ένα άλλο κράτος, δεν έχει ζητήσει ποτέ μα ποτέ, να υπάρξει μόνο οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Όλα τα κράτη του κόσμου, από το 1982 μέχρι σήμερα, ζητούν  από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όχι μόνο οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, αλλά πάντοτε ζητούν και την ταυτόχρονη οριοθέτηση της ΑΟΖ!

Και η Ελλάδα ΟΦΕΙΛΕΙ να κάνει ταυτόχρονα και τα δύο, οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Θα πρέπει τέλος να επισημανθεί – και ουδόλως να περνά απαρατήρητη – η πολύ σημαντική ερευνητική και γεωτρητική δραστηριότητα για αναζήτηση Υδρογονανθράκων που υπάρχει αυτή την στιγμή στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι συστηματικές έρευνες του Ισραήλ οδήγησαν στην ανακάλυψη τεραστίων κοιτασμάτων Φυσικού Αερίου (Leviathan, Tamar και Dalit), με εκτιμώμενα αποθέματα Φυσικού Αερίου για το Leviathan της τάξεως των 16 Tcf (Trillion Cubic Feet) ή αλλιώς 450.109 m3 και για το Tamar της τάξεως των 8.4 Tcf (Trillion Cubic Feet) ή αλλιώς 240.109 m3. Το Ισραήλ εξετάζει σήμερα τις διόδους μεταφοράς του Φυσικού Αερίου, κυρίως προς τα δυτικά, με αγωγούς και τη δημιουργία τερματικών σταθμών υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) με πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται η Ελλάδα και η Κύπρος. Επιπρόσθετα αναφέρεται ότι θα ξεκινήσουν γεωτρήσεις από την Εταιρεία Noble Energy και στην παραχώρηση Νο.12 στα Κυπριακά χωρικά ύδατα, μετά από διεθνή διαγωνισμό.

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό να ξεκινήσει επιτέλους και η χώρα μας τις έρευνες για αναζήτηση Κοιτασμάτων Υδρογονανθράκων, κάτι το οποίο θα καταστεί δυνατό ΜΟΝΟ ΕΦΟΣΟΝ ΕΠΙΛΥΘΕΙ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΑ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ «ΕΠΙ ΙΣΟΙΣ ΟΡΟΙΣ» ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΑΟΖ.

 

Ανδρέας Ν. Γεωργακόπουλος, Καθηγητής Κοιτασματολογίας Πετρελαίου

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Σχολή Θετικών Επιστημών, Τμήμα Γεωλογίας Τομέας Ορυκτολογίας-Πετρολογίας-Κοιτασματολογίας 

- πρώην Γενικός Διευθυντής Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.), 2005-2009.

- Εθνικός Εκπρόσωπος για το 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την Έρευνα της Ε.Ε. στον Τομέα «International Cooperation» (FP7 Specific Programme 'CAPACITIES')