Το παρόν άρθρο γράφεται με αφορμή τη χρεοκοπία τράπεζας βλαστοκυττάρων στη Θεσσαλονίκη. Κανένα βεβαίως από τα δείγματά της δεν υπέστη βλάβη: τα πήραμε εμείς, και συντηρούνται πλέον στη δική μας τράπεζα βλαστοκυττάρων, στη Λάρισα.

Οι ιδιοκτήτες των «δειγμάτων της Θεσσαλονίκης», χρειάστηκε απλώς να επιβαρυνθούν ένα μικρό κόστος, προκειμένου να καλυφθούν τα έξοδα της περαιτέρω συντήρησης. Η επικοινωνία μου με τους γονείς που είχαν επιλέξει τη χρεοκοπημένη τράπεζα, ήταν για μένα ενδεικτική του τρόπου, με τον οποίο η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει την επιχειρηματική αποτυχία. «Κλέφτες, λωποδύτες, απατεώνες, έφαγαν τα λεφτά του κόσμου…», ήταν μερικά από τα ηπιότερα σχόλια που άκουσα για τους θεσσαλονικείς συναδέρφους. Κάποιοι άλλοι, πιο …λεβέντες, πήγαν ένα βήμα παρακάτω, θεωρώντας πως «αυτό που κανονικά τους αξίζει, είναι δυο σφαίρες στο κεφάλι»!

Δεν έχω ιδιαίτερο λόγο να υπερασπιστώ μια ανταγωνιστική εταιρία. Είναι όμως σημαντικό να καταλάβουμε ως κοινωνία, πως η χρεοκοπία δεν είναι πάντοτε προϊόν απάτης. Τις περισσότερες φορές δεν είναι. Υπάρχουν κι αυτές οι περιπτώσεις, αλλά μειοψηφούν. Τα σοβαρά κράτη άλλωστε, οφείλουν να ελέγχουν και να τιμωρούν τη δόλια χρεοκοπία. Αλλά τι γίνεται με τις υπόλοιπες περιπτώσεις; Χρεοκοπία μπορεί να προκύψει από δεκάδες αιτίες, εσωτερικές και εξωτερικές, που δεν εμπεριέχουν απαραίτητα δόλο. Μπορεί να άλλαξε το οικονομικό περιβάλλον της χώρας. Μπορεί η αγοραστική δύναμη των πολιτών να μειώθηκε δραματικά. Μπορεί να υπήρξαν τεχνολογικές αλλαγές, που έφεραν ανακατατάξεις σε κάποιον κλάδο. Μπορεί να ήταν κακό το timing: να βρήκε κάποιον η κρίση στην αρχή ενός δανείου, την ώρα που ο ανταγωνιστής του μόλις αποπλήρωνε το δικό του. Μπορεί τέλος, πράγματι να οφείλεται σε κακή διαχείριση, κακή διοίκηση ή λάθος εκτιμήσεις: δεν είναι όμως αδίκημα να κάνει κανείς λάθος! Δεν είναι κακούργημα να πέφτει έξω στις εκτιμήσεις του! Δεν είναι απαραίτητα απατεώνας, όποιος αποδείχθηκε κακός επιχειρηματίας!

Τις επιχειρήσεις τις ονομάζουμε έτσι, επειδή – εξ ορισμού – εμπεριέχουν ρίσκο. Επιχειρώ, σημαίνει δοκιμάζω. Και μια δοκιμή μπορεί να έχει είτε θετικό είτε αρνητικό αποτέλεσμα. Αλλά είναι απαραίτητη για να υπάρξει πρόοδος! Όταν ο Κολόμβος ξεκινούσε το ταξίδι του, δεν ήξερε αν θα βρει συντομότερο δρόμο για τις Ινδίες. Όταν ο Μπιλ Γκέιτς κατασκεύαζε το πρώτο λογισμικό για οικιακούς υπολογιστές, δεν μπορούσε να φανταστεί αυτό που θα επακολουθούσε. Όταν μια παρέα φοιτητών ίδρυαν την Amazon στο γκαράζ του πατέρα ενός εξ αυτών, ως μια ιστοσελίδα που θα πουλούσε μεταχειρισμένα βιβλία μέσω διαδικτύου, δεν ήξεραν ότι μέσα σε λίγα χρόνια η επιχείρησή τους θα εξελίσσονταν σε πολυεθνικό κολοσσό αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ήταν εξίσου πιθανό, η Amazon να αποτύχει, όπως αποτυγχάνουν εκατομμύρια επιχειρηματικές ιδέες που δοκιμάζονται κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο. Ήταν πιθανό, κάποιοι να χάσουν τα λεφτά τους, αγοράζοντας βιβλίο που ποτέ δεν έφτασε στα χέρια τους ή χρηματοδοτώντας ένα καράβι που ποτέ δεν βρήκε στεριά. Παρά όμως τις επιμέρους οικονομικές ζημιές που προκαλούν, οι επιχειρηματικές αποτυχίες έχουν, όπως θα δούμε, και τεράστια κοινωνικοοικονομική αξία!

Αν δύο άνθρωποι ζητήσουν δάνειο για παρόμοια επιχείρηση , από αμερικάνικη ή δυτικοευρωπαϊκή τράπεζα, με τον έναν να είναι νέος επιχειρηματίας και τον άλλον να έχει ήδη μια χρεοκοπία στο ιστορικό του, περισσότερες πιθανότητες να το πάρει έχει ο δεύτερος! Για τους δυτικούς τραπεζίτες, ο επιχειρηματίας που χρεοκόπησε θεωρείται πιο έμπειρος. Γνωρίζει πλέον ποια λάθη να αποφύγει. Η προηγούμενη χρεοκοπία αποτελεί asset του επενδυτή – περιουσιακό του στοιχείο! Το κράτος και οι τράπεζες, έχουν κάθε λόγο να τον βοηθήσουν να ξαναδοκιμάσει. Μέσα από τις αποτυχίες και τα λάθη έρχεται η επιτυχία και η πρόοδος. Έτσι γεννιέται ο πλούτος. Και κερδισμένες βγαίνουν οι οικονομίες, που ενθαρρύνουν τη δοκιμή και την ανάληψη ρίσκου. Αντίθετα, στην Ελλάδα, μισούμε την αποτυχία. Όπως μισούμε και την επιτυχία (κι όσους τη γεύονται, έστω για λίγο). Προτιμούμε τον εξισωτισμό προς τα κάτω – απεχθανόμαστε το ρίσκο. Φτάσαμε ως κοινωνία να κολλάμε την ταμπέλα του «αποτυχημένου» ακόμα και σε δεκαεφτάχρονα(!), επειδή απέτυχαν στις πανελλαδικές εξετάσεις. Ξεχνάμε πως ο κάθε άνθρωπος, θα χρειαστεί ίσως δεκάδες φορές να πέσει και να ξανασηκωθεί στη ζωή του. Μέσα σε ελάχιστες γενιές καταφέραμε, από ένας λαός που αγαπούσε το ρίσκο και την περιπέτεια, να γίνουμε ένας λαός που λατρεύει την ασφάλεια και την αδράνεια. Από Οδυσσείς της ποντοπόρου ναυτιλίας, γίναμε 30άρηδες συμβασιούχοι, που εκλιπαρούν για μια μόνιμη θέση στο δημόσιο. Γίναμε λαός που φοβάται να επιχειρήσει. Λαός όπου η δοκιμή καινοτόμων ιδεών αποτελεί εξαίρεση αντί για κανόνα. Και το θεσμικό μας πλαίσιο βεβαίως, συνετέλεσε πάρα πολύ σε αυτό.

Αν μια επιχείρηση χρεοκοπήσει στη δύση, τα περιουσιακά της στοιχεία και αυτά των ιδιοκτητών της, κατάσχονται. Κατάσχονται τα αυτοκίνητα, κατάσχονται και τα σπίτια… Αλλά σβήνουν και τα χρέη προς το δημόσιο! Μηδενίζει το κοντέρ, κι ο επιχειρηματίας ξαναξεκινά από το μηδέν. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς, πως είναι προτιμότερο να αφήσεις αυτόν που σου χρωστάει να ξαναδουλέψει, παρά να τον καταστρέψεις οικονομικά. Διαφορετικά, «Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος». Η ελληνική νομοθεσία ωστόσο, καταδικάζει σε ισόβια οικονομική αδράνεια όποιον έχει την ατυχία να αποτύχει πλήρως ή έστω να δυσκολευτεί σοβαρά για κάποιο διάστημα. Τα χρέη προς το Δημόσιο και τα Ταμεία παραμένουν και ανατοκίζονται. Χωρίς φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα δεν μπορείς να ξανανοίξεις δουλειά. Με το όνομα σου στον «Τειρεσία», δεν μπορείς να ξαναδανειστείς. Καταδικάζεσαι δια βίου, εσύ και οι κληρονόμοι σου, είτε σε οικονομικό μαρασμό είτε σε καταφυγή στη μαύρη οικονομία. Δεν είναι λοιπόν παράλογο που οι νέοι προτιμούν τη σιγουριά του δημοσίου!

Είναι ωστόσο σημαντικό για τη χώρα – ειδικά τώρα, στα χρόνια της κρίσης – να ξαναδούμε από την αρχή το πτωχευτικό μας δίκαιο. Ανάμεσα στους διεθνείς οικονομικούς δείκτες, η ευκολία κλεισίματος μιας επιχείρησης, θεωρείται σημαντικότερη από την ευκολία ανοίγματός της. Είναι απολύτως επείγον να δημιουργηθούν τα νομικά εργαλεία, που θα διευκολύνουν τους νέους ανθρώπους – άνεργοι οι περισσότεροι – να πειραματιστούν, να δοκιμάσουν, να αποτύχουν και να ξαναπροσπαθήσουν αρχίζοντας από την αρχή: χωρίς οικονομικό όφελος από την προηγούμενη προσπάθεια αλλά και χωρίς μόνιμα χρέη. Μόνο μέσα από δοκιμές κι αποτυχίες, θα έρθουν οι επιχειρηματικές επιτυχίες κι ο πλούτος που αυτές γεννούν. Με συμβάσεις στο Δημόσιο, δεν σωζόμαστε ως χώρα.

karavanasΟ Γιώργος Καραβάνας είναι Βιολόγος με μεταπτυχιακή ειδίκευση στη Μοριακή Βιολογία και Ανοσολογία και διδακτορική έρευνα στη Γενετική ανασυνδυασμένων ρετροϊών, στα πλαίσια πρωτοκόλων γονιδιακής θεραπείας.

Ζει και εργάζεται στη Λάρισα και είναι πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας

Περισσότερα άρθρα

https://www.facebook.com/georgios.karavanas