Ποιές δυνατότητες προσφέρουν στην πραγματικότητα οι επιδοτήσεις του ΕΣΠΑ και ποιός είναι ο σωστός τρόπος προσέγγισης.
Αρχικά η προδημοσίευση τον Οκτώβριο του 2015 και στη συνέχεια η προκήρυξη το Φεβρουάριο του 2016, 4 δράσεων του νέου ΕΣΠΑ, δημιούργησαν προσδοκίες τόσο για τόνωση της επιχειρηματικότητας, όσο και για επαγγελματικές διεξόδους, μέσω αυταπασχόλησης, από την ανεργία.
Πριν αναφερθεί κανείς συγκεκριμένα στα 4 νέα προγράμματα αξίζει μια γενική αναφορά στις επιδοτήσεις ιδιωτικών επενδύσεων. Η επιδότηση δεν είναι παρά ένα εργαλείο και ώς τέτοιο μπορεί να τύχει καλής ή κακής χρήσης. Ένα ποσό επιδότησης από μόνο του ποτέ δεν είναι, και δεν πρέπει να εκλαμβάνεται, ώς ικανό να οδηγήσει σε μια υγιή και επιτυχημένη επένδυση.
Ο κάθε υποψήφιος επενδυτής πριν καν σκεφτεί το ενδεχόμενο να προχωρήσει στην υποβολή αίτησης για επιδότηση πρέπει να σκεφτεί τις απαντήσεις τουλάχιστο στις ακόλουθες ερωτήσεις:
- Αν δεν υπήρχε η δυνατότητα επιδότησης θα επέλεγα να κάνω αυτή την επένδυση;
- Αν δεν πάρω την επιδότηση μπορώ να στηρίξω οικονομικά την επένδυση για ένα διάστημα 3 ετών;
Εάν η απάντηση δεν είναι «ΝΑΙ» και στις δύο ερωτήσεις τότε κινδυνεύει να μπλεχτεί σε περιπέτειες.
Μια βασική αρχή που πρέπει να έχει στο μυαλό του οποιοσδήποτε επίδοξος νέος επιχειρηματίας, είναι ότι θα πρέπει να έχει εξασφαλισμένη ρευστότητα (υπάρχουσα ή/και μέσω πολύ συντηρητικών προβλέψεων εσόδων) για να καλύψει τα έξοδα της επιχείρησης για ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστο 2 και κατά προτίμηση 4 ετών. Οι λόγοι:
- Μια επαγγελματική δραστηριότητα κατά κανόνα ωριμάζει προς το τέλος της 1ης πενταετίας λειτουργίας, ανάλογα και με τις ιδιαιτερότητες του κάθε αντικειμένου και της κάθε περίπτωσης.
- Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ουσιαστικά δεν υφίσταται ώς εργαλείο παροχής ρευστότητας.
- Ακόμα και τα προγράμματα επιδότησης που χρηματοδοτούν λειτουργικές δαπάνες, «πληρώνουν» την επιδότηση αφού οι δαπάνες έχουν εξοφληθεί από το δικαιούχο. Ο μηχανισμός προκαταβολών που έχει ανακοινωθεί και παρακάμπτει την απαίτηση έκδοσης εγγυητικών επιστολών τραπεζών, αφενός αφορά μέρος της επιδότησης (40%) και αφετέρου δεν έχει πλήρως διασαφηνιστεί ώστε να εκτιμηθεί η λειτουργικότητά του. Επιπλέον τα συγκεκριμένα προγράμματα καλύπτουν μόνο την 1η διετία λειτουργίας.
Τέλος, ο κάθε υποψήφιος δικαιούχος θα πρέπει να ξέρει ότι η διαδικασία υλοποίησης ενός επιδοτούμενου επενδυτικού σχεδίου επιφέρει σημαντική γραφειοκρατική επιβάρυνση, στα πλαίσια των ελέγχων του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου της επένδυσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι διαδικασίες ελέγχου γίνονται συνεχώς πιο τυπολατρικές και δυσκίνητες.