Τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα είναι ένα θέμα που όλο και περισσότερο βρίσκεται στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Αρκετά από τα τρόφιμα που διατίθενται σήμερα προς βρώση περιέχουν γενετικά τροποποιημένα συστατικά, μερικές φορές χωρίς αυτό να αναγράφεται σαφώς.

Οι υποστηρικτές των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων διατείνονται ότι αυτά διασφαλίζουν την επάρκεια τροφίμων στον πλανήτη καθώς ο πληθυσμός συνεχώς αυξάνεται.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με την πάροδο του χρόνου η επιστημονική πλευρά της γενετικής τροποποίησης προϊόντων συνεχώς βελτιώνεται. Αν και η βιοτεχνολογία και τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα θα μπορούσαν να αποτελέσουν πραγματικές εναλλακτικές λύσεις για την αύξηση της παραγωγής τροφίμων, υπάρχει ένα συνεχώς αυξανόμενο ρεύμα ανησυχίας μεταξύ των καταναλωτών, αγροτών και επιστημόνων οι οποίοι ασκούν έντονη κριτική στον τρόπο με τον οποίο οι σχετικές έρευνες διεξάγονται από λίγες, μεγάλες εταιρείες. Πέρα από τις επιστημονικές αντιρρήσεις υπάρχουν και σοβαρά ερωτηματικά για τις κοινωνικοοικονομικές παραμέτρους του ζητήματος και, ειδικότερα, του τρόπου με τον οποίο οι σχετικές επιστημονικές πρόοδοι καθίστανται εμπορεύσιμο αγαθό. Οι επικριτές πιστεύουν ότι:

- το πρόβλημα της έλλειψης τροφίμων είναι πολιτικό και οικονομικό

- οι ελλείψεις τροφίμων και η πείνα αποτελούν, και θα συνεχίσουν να αποτελούν, προβλήματα των φτωχών χωρών

- η τεχνολογία παραγωγής γενετικά τροποποιημένων τροφίμων είναι ιδιαιτέρως ακριβή και δύσκολα οι αναπτυσσόμενες χώρες και οι αγρότες τους θα μπορέσουν να την αξιοποιήσουν απευθείας

- πρόκειται για νέα και μη δοκιμασμένη τεχνολογία

- η ομοιομορφία των καλλιεργειών, την οποία προωθούν οι εταιρείες βιοτεχνολογίας, θα μειώσει τη γενετική ποικιλότητα, καθιστώντας πολλές από αυτές περισσότερο ευπαθείς σε ασθένειες και παράσιτα. Το γεγονός αυτό αυξάνει τις ανάγκες των καλλιεργειών σε αγροχημικά προϊόντα, τα οποία παράγονται, κατά κανόνα, από τις ίδιες εταιρείες που προωθούν τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους.

Τα παραπάνω επιχειρήματα δημιουργούν ερωτηματικά για τα κίνητρα των εταιρειών και των χωρών που προωθούν τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα, χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα τις ανάγκες του αναπτυσσόμενου κόσμου, ενώ παράλληλα φροντίζουν να εξασφαλίζουν τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης των σχετικών τεχνολογιών. Υψίστης σημασίας είναι και το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες και χώρες αντιτίθενται στη σήμανση των συγκεκριμένων προϊόντων, όπως σε όποια άλλα προληπτικά και ενημερωτικά μέτρα αποφασίζουν να λάβουν άλλες χώρες και οργανισμοί.

Όμως το σημαντικότερο ίσως ζήτημα τίθεται υπό τη μορφή ενός απλού ερωτήματος: είναι τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα ασφαλή; Η γρήγορη και εύκολη αποδοχή των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων σε κάποιες χώρες, και μάλιστα χωρίς τους απαραίτητους ελέγχους, αποδεικνύει την επιρροή των οικονομικών συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά μια σε βάθος διερεύνηση και συζήτηση του θέματος, με κριτήρια  επιστημονικά, αλλά και κοινωνικά, διασφαλίζει ότι οι πραγματικές παράμετροι λαμβάνονται υπ’ όψιν. Η διαδικασία που ακολουθείται στην πράξη, και είναι αλήθεια ότι ποικίλει από χώρα σε χώρα, δίνει και μια αίσθηση για το πώς αντίστοιχα ζητήματα θα αντιμετωπιστούν στο μέλλον από τις υπάρχουσες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές δομές.

Τίθεται επίσης το ζήτημα: είναι πράγματι απαραίτητα τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα; Στην πραγματικότητα οι παράγοντες που εμποδίζουν την τροφή να φτάσει στους ανθρώπους που πεινούν είναι κυρίως πολιτικοί (διεθνείς, ή/και εθνικοί) και οικονομικοί, και όχι η αδυναμία παραγωγής τροφής. Αυτοί οι ίδιοι παράγοντες έχουν συμβάλλει και συνεχίζουν να συμβάλλουν, στη φτώχια που μαστίζει περιοχές του πλανήτη, αλλά και κοινωνικές ομάδες σε όλες τις χώρες και η οποία οδηγεί και αυτή στην αδυναμία προμήθειας τροφής.

Τα πιθανά πλεονεκτήματα των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων είναι πραγματικά συναρπαστικά. Όμως δεν παύουν να υπάρχουν οι παράλληλες ανησυχίες σχετικά με τη βιοποικιλότητα, τα οικοσυστήματα και την ασφάλεια των καταναλωτών αυτών των προϊόντων. Τέλος, οι οικονομικές παράμετροι του θέματος, δημιουργούν και ένα επιπρόσθετο ερώτημα ως προς το ποιος ωφελείται πραγματικά από τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα: όσοι πεινούν και πένονται, ή αυτοί που θέλουν να αποκτήσουν περισσότερα.

 

Ανεπαρκείς έλεγχοι

Ο λόγος που τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα μπορεί να είναι επικίνδυνα είναι το ότι δε γίνονται επαρκείς έλεγχοι που να διασφαλίζουν ότι η λήψη κάποιων γονιδίων, που εκτελούν κάποια χρήσιμη λειτουργία, από ένα ζώο ή φυτό και η εισαγωγή τους σε ένα άλλο είδος, θα έχει τα ίδια θετικά αποτελέσματα. Είναι εξαιρετικά πιθανό τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα να αποτελέσουν μελλοντικά μια ασφαλή επιλογή, κάτι που όμως πρέπει να διασφαλιστεί μέσω συνεχών ελέγχων.

Οι έλεγχοι που έχουν γίνει μέχρι σήμερα αφορούν κυρίως το αν οι καλλιέργειες αναπτύσσονται. Αντίθετα δεν έχει δοθεί αρκετή έμφαση στα μεσομακροπρόθεσμα αποτελέσματα από την κατανάλωση των προϊόντων που προκύπτουν από αυτές τις καλλιέργειες, ούτε στις επιπτώσεις στα οικοσυστήματα και το περιβάλλον.

Οι διασταυρώσεις ειδών που γίνονταν από αρχαιοτάτων χρόνων από τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους αφορούσαν πάντοτε συγγενή είδη και όχι τελείως διαφορετικά μεταξύ τους, όπως η πατάτα και το ψάρι. Ταυτόχρονα, και ενώ η τάση οδηγεί προς την αύξηση της παραγωγικότητας και του οικονομικού οφέλους, η ποικιλότητα των καλλιεργειών μειώνεται σημαντικά. Αυτό οδηγεί και στη συνεπακόλουθη μείωση των πλεονεκτημάτων που δίνει αυτή η ποικιλότητα, όπως η ανθεκτικότητα σε ασθένειες και σε ακραίες περιβαλλοντικές και μετεωρολογικές συνθήκες.

Αρκετοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι σημαντικές επιδράσεις από τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα θα υπάρχουν και σε άλλα είδη που εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα. Επισημαίνουν επίσης, ότι θα ήταν φρόνιμο να επιτραπεί και σε άλλους τομείς τις επιστήμης (επιστήμες περιβάλλοντος, ιατρική, συμβατική γεωπονία και κτηνιατρική), καθώς επίσης και στη νομική (από άποψης συγκεκριμένου νομικού πλαισίου, να συμβαδίσουν με τις προόδους που έχουν γίνεις τον τομέα της βιοτεχνολογίας.

 

Μακροπρόθεσμες συνέπειες

Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στον άνθρωπό, τα ζώα και το περιβάλλον παραμένουν άγνωστες. Άγνωστες είναι και οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει η διάδοση των τροποποιημένων γονιδίων σε πληθυσμούς συγγενικών ειδών και η ανάμιξή τους με άλλα, μη τροποποιημένα, γονίδια.

Είναι πολύ πιθανό, τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα να υπόσχονται μεγαλύτερα οφέλη από τους κινδύνους που εγκυμονούν, και πιθανώς οι κίνδυνοι αυτοί να είναι εύκολα αντιμετωπίσιμοι με κάποιους τρόπους. Όμως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό να τεκμηριωθεί επιστημονικά, λόγω της έλλειψης επαρκών επιστημονικών δεδομένων από συστηματικούς ελέγχους για τις μεσο-μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Χαρακτηριστική είναι άποψη ομάδας επιστημόνων από τη Μεγάλη Βρετανία οι οποίοι υποστηρίζουν μεν την ασφάλεια των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων, παραδέχονται δε ότι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες είναι άγνωστες.

 

Αυξημένες αποδόσεις, μείωση στη χρήση αγροχημικών

Μερικές από τις υποσχέσεις της βιοτεχνολογίας είναι ότι ίσως θα μπορούσε να μειωθεί η χρήση επιβλαβών αγροχημικών, αλλά και να αυξηθεί η απόδοση των αγρών, παράγοντας τροφή για εκείνους που πεινούν, αλλά και για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του παγκόσμιου πληθυσμού που διαρκώς μεγαλώνει. Όμως:

- με την εισαγωγή των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων, η χρήση αγροχημικών έχει στην πραγματικότητα παραμείνει σταθερή, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έχει αυξηθεί. Ίσως αυτό σχετίζεται και με το γεγονός ότι οι ίδιες, ή συγγενείς εταιρείες δραστηριοποιούνται τόσο στον τομέα της βιοτεχνολογίας, όσο και σε αυτό των αγροχημικών

- σύμφωνα με κάποιες αναφορές οι αποδόσεις των αγρών είναι μικρότερες με γενετικά τροποποιημένους σπόρους

Όμως, αν όλα αυτά είναι αληθή, γιατί εξακολουθούν να προωθούνται τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα;

Ένας, προφανής, λόγος είναι τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα. Μεγάλες εταιρείες, ή όμιλοι εταιρειών, που ασχολούνται με γενετικά τροποποιημένα προϊόντα, ασχολούνται και με την παραγωγή αγροχημικών. Προσανατολίζονται λοιπόν στην «κατασκευή» σπόρων οι οποίοι θα έχουν κάποια βελτιωμένα χαρακτηριστικά ώστε τα προϊόντα να είναι εμπορεύσιμα με καλύτερους όρους, αλλά ταυτόχρονα θα έχουν ανάγκη συγκεκριμένα αγροχημικά σκευάσματα, όντας μάλιστα ανθεκτικοί σε μεγαλύτερες ποσότητες αυτών.

Ένας δεύτερος λόγος, επίσης σχετικός με οικονομικά συμφέροντα, αφορά τα δικαιώματα εκμετάλλευσης συγκεκριμένων γενετικών τροποποιήσεων. Να σημειωθεί εδώ ότι η γενετική τροποποίηση ενός είδους κατοχυρώνεται νομικά από τις εταιρείες βιοτεχνολογίας, με αποτέλεσμα η αναπαραγωγή της τροποποίησης, αρά η εμπορία των σπόρων, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και η ίδια η καλλιέργεια, να είναι αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής με τους κατόχους των δικαιωμάτων.

Τέλος, στις εκστρατείες προώθησης των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων δίνεται έμφαση στο γεγονός ότι η γονιδιακή έρευνα στα ζώα και η πειραματική τροποποίηση γονιδίων, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές ιατρικές προόδους για την αντιμετώπιση ανθρώπινων ασθενειών. Όμως οι έρευνες αυτές, προφανώς σημαντικές και αξιόλογες, υπερκαλύπτονται στην πράξη από εκείνες που οδηγούν σε εύκολο άμεσο κέρδος και αφορούν την παραγωγή φυτικών και ζωικών τροφίμων με δυνατότητες μεγαλύτερου κέρδους.

Από επιστημονικής άποψης υπάρχουν πολλές πλευρές και ζητήματα που πρέπει να εξετασθούν και να αντιμετωπισθούν, και υπάρχουν πολλές πιθανότητες ότι η γενετική τροποποίηση θα μπορέσει στο μέλλον να προσφέρει χρήσιμες υπηρεσίες. Όμως, αρκετά από τα θέματα που ετέθησαν πιο πάνω, αναδεικνύουν οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες ιδιαίτερης σημασίας. Αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν τις δυνατότητες και τις υποσχέσεις της βιοτεχνολογίας για την προσφορά χρήσιμων και απαραίτητων υπηρεσιών.

 

πηγή: globalissues.com

anupΟ Anup Shah, είναι ο συντάκτης του globalissues.org. Οι ρίζες του βρίσκονται στην Ινδία, μέσω των παππούδων του. Γεννήθηκε το 1974, μεγάλωσε στην Αγγλία για 23 χρόνια και εργάστηκε στις ΗΠΑ για σχεδόν τέσσερα χρόνια. Τον Ιούνιο του 2001, επέστρεψε στην Αγγλία.

Η ζωή και η εργασία στις ΗΠΑ ήταν μια εκπληκτική εμπειρία. Ωστόσο, γρήγορα άρχισε να ανησυχεί για την κακή ποιότητα των μεγάλων μέσων ενημέρωσης. Στα μέσα του 1998 ξεκίνησε το globalissues.org