Το 1915, ο Λέοναρντ Ρεμπίτσκι, συνελήφθη από τους αξιωματικούς της Ρωσικής αντικατασκοπίας ως πράκτορας των Γερμανών. Ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν σε εξέλιξη και η συγκεκριμένη ιστορία δε θα είχε τίποτε το ξεχωριστό ώστε να τη θυμάται κανείς, σχεδόν 90 χρόνια μετά. Τίποτε, εκτός του ότι ο πράκτορας ήταν μόλις 12 ετών.
Από την προηγούμενη χρονιά, το 1914, οι Γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν προχωρήσει στη βίαιη στρατολόγηση περίπου 400 παιδιών, ηλικίας 10-16 ετών, από τον πληθυσμό της Ανατολικής Πρωσίας και κυρίως από Ρωσόφωνες οικογένειες. Τα παιδιά εκπαιδεύτηκαν σε ειδικά σχολεία και αφού ξέσπασε ο πόλεμος εστάλησαν στις Ρωσικές γραμμές, υπό την απειλή της εξόντωσης των γονέων τους που κρατούνταν από τους Γερμανούς.
Ο στόχος ήταν η ανάμιξη των παιδιών με τα κύματα των προσφύγων και τα πλεονεκτήματά τους σε σχέση με ενήλικες πράκτορες ήταν βασικά δύο. Το πρώτο, η αθωότητα της ηλικίας που δύσκολα θα δημιουργούσε υποψίες για τον πραγματικό τους ρόλο και το δεύτερο η άνεσή τους να κυκλοφορούν πίσω από τις εχθρικές γραμμές χωρίς έγγραφα.
Τα παιδιά αυτά, ντυμένα σχεδόν ομοιόμορφα με γκρίζα και μαύρα ρούχα, βρέθηκαν να περιπλανιούνται πίσω από τις Ρωσικές γραμμές και είτε συγκέντρωναν πληροφορίες για τις κινήσεις και τις θέσεις στρατευμάτων είτε προέβαιναν σε μικρής έκτασης δολιοφθορές.
Η σκοτεινή μάχη της κατασκοπίας, μέσα στη θύελλα του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, περιελάμβανε προφανώς και άλλες κατηγορίες κατασκόπων. Ο συνδυασμός των 2 αρχαιότερων επαγγελμάτων του κόσμου, της πορνείας και της κατασκοπίας ήταν η πιο δημοφιλής μέθοδος από όλες τις υπηρεσίες πληροφοριών. Αρκετά συχνή ήταν και η χρήση κάλυψης οικονομικού χαρακτήρα, όπως εμπορικές εταιρείες πίσω από τις οποίες κρύβονταν οι υπηρεσίες πληροφοριών, οι οποίες μέσω πολυάριθμων υποκαταστημάτων και αντιπροσώπων κατόρθωναν να συγκεντρώνουν και να μεταδίδουν πληροφορίες.