Η Αμέλια Μαίρη Έρχαρτ ήταν Αμερικανίδα πρωτοπόρος της αεροπορίας, συγγραφέας και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών.

Η Έρχαρτ ήταν η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με παράσημο Distinguished Flying Cross, ως η πρώτη γυναίκα που διέσχισε μόνη της τον Ατλαντικό Ωκεανό. Έκανε πολλά ρεκόρ, έγραψε βιβλία για τις εμπειρίες της στους αιθέρες, τα οποία γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία, και συνέβαλε στη δημιουργία της οργάνωσης The Ninety-Nines, μίας οργάνωσης για τις γυναίκες πιλότους.

Η Αμέλια Έρχαρτ εξαφανίστηκε πάνω από τον κεντρικό Ειρηνικό ωκεανό, κοντά στη νήσο Χάουλαντ, κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς της να κάνει τον γύρο της Γης, το 1937. Η ζωή της, η σταδιοδρομία και η εξαφάνισή της συνεχίζουν όμως μέχρι σήμερα να προσελκύουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Το 1935 η Έρχαρτ συνεργάστηκε με το πανεπιστήμιο Purdue ως επισκεπτόμενο μέλος συμβουλεύοντας γυναίκες σε θέματα σταδιοδρομίας και ως τεχνικός σύμβουλος του τμήματος αεροναυτικής. Τον Ιούλιο του 1936 παρέλαβε ένα Lockheed 10E Electra που χρηματοδοτήθηκε από το Purdue και άρχισε να σχεδιάζει την παγκόσμια πτήση της. Παρόλο που δεν θα ήταν η πρώτη που θα πραγματοποιούσε τον κύκλο της Γης, θα ήταν ο μακρύτερος κύκλος, ακολουθώντας μία εξαντλητική ισημερινή διαδρομή 29.000 μιλίων (47.000 χλμ). Αν και το Electra έγινε γνωστό από τον τύπο ως «ιπτάμενο εργαστήριο», η εφαρμοσμένη επιστήμη ήρθε δεύτερη στο προγραμματισμό και η πτήση σχεδιάστηκε γύρω από την πρόθεση της Έρχαρτ να περιπλεύσει τη Γη, συγκεντρώνοντας παράλληλα υλικό και το ενδιαφέρον του κοινού για το επόμενο βιβλίο της. Η πρώτη της επιλογή ως πλοηγός ήταν ο πλοίαρχος Χάρρυ Μάννινγκ (Harry Manning), καπετάνιος του πλοίου President Roosevelt με το οποίο επέστρεψε η Αμέλια από την Ευρώπη το 1928.

 
Το Lockheed Electra της Αμέλια Έρχαρτ

Μέσω των επαφών της στην αεροπορική κοινότητα του Λος Άντζελες επιλέχθηκε ο Φρεντ Νόοναν (Fred Noonan) ως δεύτερος πλοηγός. Ο Νόοναν είχε εμπειρία και στη ναυτική (καθώς ήταν καπετάνιος πλοίου) και στη αεροπορική ναυσιπλοΐα. Υπήρχαν σημαντικοί πρόσθετοι παράγοντες που έπρεπε να ληφθούν υπόψη για την εφαρμογή της ουράνιας (έναστρης) ναυσιπλοΐας στα αεροσκάφη. Ο Νόοναν είχε αποχωρήσει πρόσφατα την Pan Am, όπου είχε σχεδιάσει τις περισσότερες διαδρομές των υδροπλάνων της εταιρίας κατά μήκος του Ειρηνικού. Ήταν επίσης αρμόδιος για την εκπαίδευση των πλοηγών της Pan American για τη διαδρομή μεταξύ του Σαν Φρανσίσκο και της Μανίλα. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε ότι ο Νόοναν θα ήταν ο πλοηγός από τη Χαβάη μέχρι τη νήσο Χάουλαντ (Howland), ένα ιδιαίτερα δύσκολο τμήμα της πτήσης. Στη συνέχεια θα συνέχιζε με την Έρχαρτ μέχρι την Αυστραλία από όπου θα προχωρούσε μόνη της για το υπόλοιπο του εγχειρήματος.

Την ημέρα του Αγίου Πατρικίου, στις 17 Μαρτίου 1937, πέταξαν το πρώτο μέρος του ταξιδιού, από το Όκλαντ της Καλιφόρνια στη Χονολουλού της Χαβάη. Εκτός της Έρχαρτ και του Νόοναν, στο αεροσκάφος επέβαιναν ο Χάρρυ Μάννινγκ και ο πιλότος ακροβατικών του Χόλιγουντ Πωλ Μαντζ (Paul Mantz), ο οποίος ήταν ο τεχνικός σύμβουλος της Έρχαρτ. Εξαιτίας προβλημάτων με τη λίπανση και τους μηχανισμούς μεταβλητού βήματος της προπέλας, το αεροσκάφος χρειάστηκε επισκευές στη Χαβάη. Τελικά το Electra κατέληξε στο αεροδρόμιο Λουκ (Luke) του Αμερικανικού Ναυτικού, στο νησί Φορντ (Ford Island) του Περλ Χάρμπορ. Τρεις μέρες αργότερα το αεροσκάφος ήταν έτοιμο και με επιβαίνοντες τους Έρχαρτ, Νόοναν και Μάννινγκ ξεκίνησαν για το δεύτερο μέρος του ταξιδιού από το αεροδρόμιο Λουκ. Κατά τη διάρκεια όμως της απογείωσης το αεροσκάφος ανασηκώθηκε στη μία πτέρυγα, βρίσκοντας στο έδαφος με την άλλη. Οι συνθήκες του περιστατικού παραμένουν αδιευκρίνιστες. Μάρτυρες στο αεροδρόμιο Λουκ, μεταξύ των οποίων και ένας δημοσιογράφος του Associated Press που βρισκόταν παρόν, είπαν ότι είδαν το ένα ελαστικό να σκάει. Η Έρχαρτ νόμισε πως είτε έσκασε το δεξί ελαστικό του Electra, είτε είχε καταρρεύσει το δεξιό σκέλος του συστήματος προσγείωσης, είτε και τα δύο. Κάποιες πηγές, συμπεριλαμβανομένου και του Μαντζ, μίλησαν για λάθος της πιλότου.

Το αεροσκάφος υπέστη σοβαρές ζημίες, καθιστώντας τη συνέχεια της πτήσης αδύνατη, και χρειάστηκε να μεταφερθεί δια θαλάσσης στις εγκαταστάσεις της Λόκχηντ (Lockheed) στο Μπούρμπανκ (Burbank) της Καλιφόρνια για επισκευές.

Όσο το Electra επισκευαζόταν, η Έρχαρτ και ο Πούτναμ εξασφάλιζαν επιπλέον πόρους και προετοιμαζόταν για την δεύτερη απόπειρα. Αυτή τη φορά η πτήση θα γινόταν από τα δυτικά προς τα ανατολικά και ξεκίνησε με μία πτήση από το Όκλαντ στο Μαϊάμι της Φλόριντα, η οποία κρατήθηκε κρυφή από το κοινό και τον τύπο, και μόνο μετά την άφιξή της εκεί η Έρχαρτ ανακοίνωσε δημόσια τα σχέδιά της να επαναλάβει το εγχείρημα της πτήσης γύρω από τη Γη. Η αλλαγή στην φορά της πτήσης ήταν αποτέλεσμα των αλλαγών στην διεύθυνση των ανέμων και τις μετεωρολογικές μεταβολές που σημειώθηκαν από την πρώτη απόπειρα. Ο Φρεντ Νόοναν ήταν ο μοναδικός συνεπιβάτης της Έρχαρτ σε αυτή την πτήση. Αναχώρησαν από το Μαϊάμι την 1η Ιουνίου και μετά από στάσεις στη Νότια Αμερική, την Αφρική, την Ινδική υποήπειρο και την Νοτιοανατολική Ασία, έφτασαν στην πόλη Λαε (Lae) της Νέας Γουινέα στις 29 Ιουνίου 1937. Σε αυτό το στάδιο είχαν συμπληρώσει περίπου 22.000 μίλια (35.000 χιλιόμετρα) του ταξιδιού, ενώ τα υπόλοιπα 7.000 μίλια (11.000 χλμ) θα ήταν εξολοκλήρου πάνω από τον Ειρηνικό.

Στις 2 Ιουλίου 1937, η Έρχαρτ και ο Νόοναν απογειώθηκαν με το βαριά φορτωμένο Electra από την Λαε. Ο σχεδιαζόμενος προορισμός τους ήταν η νήσος Χάουλαντ, μία επίπεδη λωρίδα γης μήκους 2.000 μέτρων και πλάτους 500 μέτρων, τρία μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και 2.556 μίλια (4.113 χλμ) μακριά. Η τελευταία γνωστή αναφορά θέσης τους έγινε κοντά στις νήσους Νουμουμάνου (Nukumanu Islands), μετά από περίπου 800 μίλια (1.300 χλμ) πτήσης. Η άκατος της Αμερικανικής Ακτοφυλακής Itasca βρισκόταν στη νήσο Χάουλαντ με αποστολή να επικοινωνεί με το Electra της Έρχαρτ και να τους καθοδηγήσει στο νησί, μόλις θα έφθαναν στην περιοχή.

Μέσω μία σειράς παρανοήσεων ή λαθών (οι λεπτομέρειες παραμένουν ακόμα και σήμερα αδιευκρίνιστες) η τελική προσέγγιση με χρήση ραδιοναυτιλίας στη νήσο Χάουλαντ ήταν ανεπιτυχής. Ο Φρεντ Νόοναν είχε γράψει νωρίτερα σχετικά με προβλήματα που επηρέαζαν την ακρίβεια εύρεσης της κατεύθυνσής τους βασιζόμενοι στη ραδιοναυτιλία. Κάποιες πηγές έχουν σημειώσει την προφανή έλλειψη κατανόησης της Έρχαρτ της κεραίας εύρεσης κατευθύνσεως Bendix, η οποία αποτελούσε την περίοδο εκείνη νέα τεχνολογία. Μία άλλη καταγεγραμμένη αιτία της πιθανής σύγχυσης ήταν το γεγονός ότι η άκατος της Ακτοφυλακής Itasca και η Έρχαρτ είχαν σχεδιάσει το πρόγραμμα επικοινωνιών τους χρησιμοποιώντας χρονικά συστήματα με διαφορά μισής ώρας (η Έρχαρτ χρησιμοποιούσε την Πολιτική Ώρα Γκρίνουιτς και το Itasca το σύστημα προσδιορισμού χρονικών ζωνών του Ναυτικού).

Κινηματογραφικές αποδείξεις από τη Λαε εμφάνιζαν ότι μία κεραία τοποθετημένη στο κάτω μέρος της ατράκτου ίσως να είχε αποκολληθεί από το φορτωμένο καύσιμα Electra κατά τη διάρκεια της τροχοδρόμησης ή της απογείωσης από τον χορτάρινο διάδρομο, παρόλο που καμία κεραία δεν βρέθηκε ποτέ στη Λαε. Ό Ντον Ντουίγκινς, στη βιογραφία του Πωλ Μαντζ (ο οποίος βοήθησε την Έρχαρτ και το Νόοναν στον σχεδιασμό της πτήσης τους), σημειώνει ότι οι δύο αεροπόροι είχαν κόψει την κεραία μεγάλου καλωδίου, λόγω της ενόχλησης που προκαλούσε το γεγονός ότι έπρεπε να την ανασύρουν μέσα στο αεροσκάφος μετά από κάθε χρήση.

Κατά την διάρκεια της προσέγγισης της Έρχαρτ και του Νόοναν στη νήσο Χάουλαντ το Itasca έλαβε καθαρές και δυνατές φωνητικές μεταδόσεις από την Έρχαρτ, δίνοντας ως στοιχείο αναγνώρισης το νηολόγιο του Electra «KHAQQ», όμως προφανώς δεν μπορούσε να ακούσει τις φωνητικές μεταδόσεις από το πλοίο. Στις 7:42 π.μ. η Έρχαρτ ανέφερε μέσω ασυρμάτου «Πρέπει να ερχόμαστε προς τα εσάς όμως δεν μπορούμε να σας δούμε – όμως τα καύσιμα τελειώνουν. Δεν έχει καταστεί δυνατό να επικοινωνήσω μαζί σας μέσω ασυρμάτου. Πετάμε στα χίλια πόδια». Στην μετάδοση στις 7:58 π.μ. η Έρχαρτ είπε ότι δεν μπορούσε να ακούσει το Itasca και τους ζήτησε να στείλουν φωνητικά μηνύματα ώστε να μπορέσει να πάρει ένα ραδιοφωνικό στίγμα (αυτή η μετάδοση, σύμφωνα με το Itasca, ήταν το δυνατότερο μήνυμα, δημιουργώντας την εντύπωση ότι η Έρχαρτ και ο Νόοναν βρίσκονταν στην ευρύτερη περιοχή). Το Itasca δεν μπορούσε να στείλει τα μηνύματα στην συχνότητα που ζητούσε η Έρχαρτ και αντί αυτών έστειλε μηνύματα σε κώδικα Μορς. Η Έρχαρτ επιβεβαίωσε την λήψη αυτών των μηνυμάτων, όμως είπε πως ήταν αδύνατο να προσδιορίσει την κατεύθυνση.

Στην τελευταία γνωστή της μετάδοση στις 8:43 π.μ. η Έρχαρτ είπε «Είμαστε στη γραμμή 157 337. Θα επαναλάβουμε αυτό το μήνυμα. Θα το επαναλάβουμε στους 6210 χιλιοκύκλους. Περιμένετε». Όμως μερικές στιγμές αργότερα επανήλθε στην ίδια συχνότητα (3105 kHz) με μία μετάδοση η οποία καταχωρήθηκε ως «αμφισβητούμενη»: «Είμαστε σε πορεία βορρά προς νότο». Η μετάδοση της Έρχαρτ φαίνεται να δηλώνει ότι αυτή και ο Νόοναν πίστευαν ότι είχαν φτάσει στην χαρτογραφημένη θέση της νήσου Χάουλαντ, το οποίο όμως ήταν εσφαλμένο κατά περίπου πέντε ναυτικά μίλια (δέκα χιλιόμετρα). Το Itasca χρησιμοποίησε τους λέβητες του για να δημιουργήσει καπνό, όμως οι δύο αεροπόροι προφανώς δεν το είδαν. Τα πολλά σκόρπια σύννεφα στην περιοχή γύρω από τη νήσο Χάουλαντ είχαν επίσης επισημανθεί ως πιθανό πρόβλημα, καθώς η βαθιά σκιά τους στην επιφάνεια του ωκεανού καθιστούσε δυσδιάκριτο το χαμηλό και επίπεδο προφίλ του νησιού.

Κατά πόσο ελήφθησαν μεταγενέστερα μηνύματα από την Έρχαρτ και το Νόοναν δεν έχει διευκρινιστεί. Εάν ελήφθησαν μεταδόσεις από το Electra, οι περισσότερες αν όχι όλες ήταν αδύναμες και απελπιστικά αλλοιωμένες. Οι μεταδόσεις της Έρχαρτ προς τη νήσο Χάουλαντ γίνονταν στη συχνότητα των 3105 kHz, μία συχνότητα περιορισμένη για αεροπορική χρήση στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (Federal Communications Commission - FCC). Αυτή όμως η συχνότητα δεν είχε θεωρηθεί κατάλληλη για μεταδόσεις από μεγάλες αποστάσεις. Όταν η Έρχαρτ βρισκόταν σε υψόμετρο ταξιδίου και μεταξύ της Λαε και της νήσου Χάουλαντ (περισσότερα από χίλια μίλα από το καθένα) κανένας σταθμός δεν άκουσε την προγραμματισμένη μετάδοση στις 0815 GCT. Επιπλέον, ο μεταδότης των 50 βατ που χρησιμοποιούσε η Έρχαρτ ήταν συνδεδεμένος με μία, μικρότερη του απαιτούμενου μήκους, κεραία τύπου V.

Η τελευταία φωνητική μετάδοση της Έρχαρτ που έλαβαν στη νήσο Χάουλαντ υποδείκνυε ότι αυτή και ο Νόοναν πετούσαν κατά μήκος μίας γραμμής θέσης (η οποία διέτρεχε στις 157 – 337 μοίρες) την οποία ο Νόοναν θα είχε υπολογίσει και αποτυπώσει στα χάρτη καθώς θα προσέγγιζαν το Χάουλαντ. Μετά την απώλεια της επικοινωνίας με το νησί Χάουλαντ, έγιναν προσπάθειες να επικοινωνήσουν με τους δύο αεροπόρους τόσο με φωνητικές μεταδόσεις όσο και με μεταδόσεις σε κώδικα Μορς. Χειριστές κατά μήκος του Ειρηνικού και στις Ηνωμένες πολιτείες ίσως να άκουσαν σήματα από το Electra, όμως αυτά ήταν ακαταλαβίστικα ή αδύναμα.

Κάποιες από αυτές τις μεταδόσεις ήταν φάρσες, όμως άλλες θεωρήθηκαν αυθεντικές. Μετρήσεις που πάρθηκαν από σταθμούς της Pan American Airways εμφάνιζαν ότι τα σήματα προέρχονταν από διαφορετικές τοποθεσίες, συμπεριλαμβανομένης της νήσου Γκάρντρερ. Θεωρήθηκε ότι εάν τα σήματα προέρχονταν από την Έρχαρτ και τον Νόοναν θα πρέπει να ήταν σε ξηρά με το αεροπλάνο, καθώς το νερό θα είχε βραχυκυκλώσει τα ηλεκτρικά συστήματα του Electra. Σποραδικά σήματα σημειώνονταν για τέσσερις ή πέντε ημέρες μετά από την εξαφάνιση, όμως κανένα δεν έδωσε κάποια κατανοητή πληροφορία. Ο πλοίαρχος του USS Colorado αργότερα δήλωσε «Υπήρχαν αναμφίβολα πολλοί σταθμοί που καλούσαν το αεροσκάφος της Έρχαρτ στην συχνότητα του αεροσκάφους, κάποιοι με φωνητικές μεταδόσεις και κάποιοι με σήματα. Όλοι αυτοί προστέθηκαν στη σύγχυση και την αμφιβολία για την αυθεντικότητα των αναφορών».

Η Αμέλια Έρχαρτ και ο Φρεντ Νόοναν
 

 

Επιχείρηση διάσωσης

Ξεκινώντας περίπου μία ώρα μετά το τελευταίο καταγεγραμμένο μήνυμα της Έρχαρτ, το USCG Itasca ξεκίνησε μία ανεπιτυχή έρευνα βόρεια και δυτικά της νήσου Χάουλαντ, βασιζόμενο στις αρχικές υποθέσεις οι οποίες βασίζονταν στις μεταδόσεις από το αεροσκάφος. Το Αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό ενεπλάκη σύντομα στην ερεύνα και μέσα σε διάστημα τριών ημερών έστειλε όλες τις διαθέσιμες μονάδες στην περιοχή των ερευνών, πλησίον του Χάουλαντ. Η αρχική έρευνα από το Itasca περιελάμβανε τον πλου κατά μήκος της γραμμής θέσης 157/337 στα βόρεια-βορειοδυτικά του νησιού. Στη συνέχεια ερεύνησε την περιοχή στα βορειοανατολικά του νησιού, παρακείμενη αλλά μεγαλύτερη της περιοχής που ερευνήθηκε στα βορειοδυτικά. Βασισμένοι στις ενδείξεις πολλών υποτιθέμενων μεταδόσεων της Έρχαρτ, κάποιες έρευνες επικεντρώθηκαν σε μία συγκεκριμένη θέση 281 μοίρες βορειοδυτικά της νήσου Χάουλαντ, χωρίς όμως να βρεθούν σημάδια των δύο αεροπόρων ή ξηρά. Τέσσερις μέρες μετά την τελευταία επιβεβαιωμένη μετάδοση της Έρχαρτ, στις 6 Ιουλίου 1937, ο πλοίαρχος του θωρηκτού Κολοράντο (Colorado) διετάχθη από τον διοικητή της Δέκατης Τέταρτης Ναυτικής Περιφέρειας (Fourteenth Naval District) να αναλάβει την αρχηγεία όλων των μονάδων του ναυτικού και της ακτοφυλακής και να συντονίσει τις έρευνες.

Αργότερα οι έρευνες εστιάστηκαν στις νήσους Φοίνιξ (Phoenix Islands), νότια του Χάουλαντ. Μία εβδομάδα μετά την εξαφάνιση, αεροσκάφη από το Colorado πέταξαν πάνω από πολλά νησιά του συμπλέγματος, συμπεριλαμβανομένης της νήσου Γκάρντνερ, η οποία ήταν ακατοίκητη για περισσότερα από 40 χρόνια. Η αναφορά για το Γκάρντνερ έγραφε

«Σημάδια πρόσφατης κατοίκησης είναι εμφανώς ορατά όμως οι επανειλημμένοι κύκλοι και εστίαση απέτυχαν να προκαλέσουν κάποιο απαντητικό κύμα από πιθανούς κατοίκους και τελικά φάνηκε δεδομένο ότι κανείς δεν ήταν εκεί… Στην δυτική πλευρά του νησιού ένα εγκαταλελειμμένο ατμόπλοιο (εκτοπίσματος περίπου 4.000 τόνων)… έχει σχεδόν εξοκείλει στην κοραλλιογενή παραλία με το κήτος του σπασμένο σε δύο σημεία. Η λίμνη στο Γκάρντνερ φαίνεται αρκετά βαθιά και σίγουρα αρκετά μεγάλη ώστε ένα υδροπλάνο ή ακόμα και μία αεράκατος να μπορούσε να προσθαλασσωθεί ή να αποθαλασσωθεί προς κάθε κατεύθυνση με λίγη ή και καθόλου δυσκολία. Εάν είχε την ευκαιρία, η κυρία Έρχαρτ θα μπορούσε να προσγειώσει το αεροπλάνο της στη λίμνη και να κολυμπήσει στην ακτή».

Επίσης ανακαλύφθηκε ότι το σχήμα και το μέγεθος της νήσου Γκάρντνερ, όπως εμφανιζόταν στους χάρτες, ήταν τελείως ανακριβές. Περαιτέρω έρευνες από το ναυτικό επαναλήφθηκαν στα βόρεια, δυτικά και νοτιοδυτικά της νήσου Χάουλαντ, βασισμένες στην πιθανότητα ότι το Electra, μετά από πιθανή προσθαλάσσωση, θα επέπλεε στον ωκεανό ή οι δύο αεροπόροι θα βρίσκονταν σε κάποια σωστική λέμβο.

Οι επίσημες προσπάθειες διήρκεσαν μέχρι τις 19 Ιουλίου 1937. Με κόστος τέσσερα εκατομμύρια δολάρια, η από αέρος και θαλάσσης έρευνα του ναυτικού και της ακτοφυλακής ήταν η πιο ακριβή και εντατική στην ιστορία μέχρι τότε, όμως οι τεχνικές έρευνας και διάσωσης εκείνη την περίοδο ήταν βασικές και κάποιες από τις έρευνες βασίζονταν σε εσφαλμένα συμπεράσματα και λανθασμένες πληροφορίες. Οι επίσημες αναφορές για τις προσπάθειες των ερευνών επηρεάζονταν από άτομα φοβισμένα για το πώς οι ρόλοι τους στην ανεύρεση της ηρωικής Αμερικανίδας θα καταγράφονταν από τον τύπο. Παρ' όλη την άνευ προηγούμενο έρευνα από το Αμερικανικό ναυτικό και την ακτοφυλακή, δεν βρέθηκε καμία φυσική απόδειξη της Έρχαρτ, του Νόοναν ή του Electra 10E. Το αεροπλανοφόρο Lexington και το θωρηκτό Colorado του Αμερικανικού Ναυτικού, το Itasca και τα Ιαπωνικά Koshu, πλοίο ωκεανογραφικών ερευνών, και Kamoi, βοηθητικό πλοίο υδροπλάνων, ερεύνησαν έξι με επτά ημέρες το καθένα, καλύπτοντας μία έκταση 150.000 τετραγωνικών μιλίων

Αμέσως μετά τη λήξη των επίσημων ερευνών, ο Τζωρτζ Πούτναμ χρηματοδότησε μία ιδιωτική έρευνα από τις τοπικές αρχές των παραπλήσιων νησιών του Ειρηνικού, επικεντρωμένος στα νησιά Γκίλμπερτ (Gilbert). Στα τέλη Ιουλίου 1937 ο Πούτναμ μίσθωσε δύο μικρά σκάφη και, ενώ βρισκόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες, διεύθυνε μία έρευνα στα νησιά Φοίνιξ, στη Νήσο των Χριστουγέννων, τη Νήσο Φάννινγκ (Fanning Island), στα νησιά Γκίλμπερτ και Μάρσαλ, χωρίς όμως να βρεθούν ίχνη του Electra ή των επιβαινόντων του.

 

Οι θεωρίες της εξαφάνισης

Είναι αρκετές οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν μετά από την εξαφάνιση της Έρχαρτ και του Νόοναν. Δύο όμως είναι οι πιθανότητες σχετικά με τη μοίρα των δύο αεροπόρων που κυριαρχούν μεταξύ των ερευνητών και των ιστορικών.

 

Συντριβή και βύθιση

Πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι το Electra έμεινε από καύσιμα και η Έρχαρτ με τον Νόοναν συνετρίβησαν στη θάλασσα. Ο πλοηγός και αεροναυτικός μηχανικός Έλγκεν Λονγκ (Elgen Long) και η σύζυγός του Μαρί Κ Λονγκ (Marie K. Long) αφιέρωσαν 35 χρόνια ερευνώντας τη θεωρία της «συντριβής και βύθισης», η οποία είναι η πλέον αποδεκτή εξήγηση της εξαφάνισης. Ο πλοίαρχος του Αμερικανικού Ναυτικού Λώρενς Φ. Σάφορντ (Capt. Laurance F. Safford, USN), ο οποίος ήταν υπεύθυνος του Mid Pacific Strategic Direction Finding Net την περίοδο του μεσοπολέμου] και για την αποκωδικοποίηση Ιαπωνικών μηνυμάτων που αφορούσαν την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, κρυπτογραφημένων με την συσκευή PURPLE, ξεκίνησε, τη δεκαετία του 1970, μία εκτενή ανάλυση της πτήσης της Έρχαρτ, συμπεριλαμβάνοντας τις περίπλοκες μεταδόσεις και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το εγχείρημα της Έρχαρτ έφερε χαρακτηριστικά «φτωχού σχεδιασμού, ακόμα χειρότερης εκτέλεσης». Ο Υποναύαρχος του Αμερικανικού Ναυτικού Ρίτσαρντ Ρ Μπλακ (Rear Admiral Richard R. Black, USN), ο οποίος είχε τη διοικητική ευθύνη του αεροδιαδρόμου της νήσου Χάουλαντ και βρισκόταν παρών στο θάλαμο τηλεπικοινωνιών του Itasca δήλωσε με βεβαιότητα το 1982 ότι «το Electra έπεσε στη θάλασσα περίπου στις 10 π.μ., στις 2 Ιουλίου 1937, όχι πολύ μακριά από το Χάουλαντ». Ο Βρετανός ιστορικός της αεροπορίας Ρόι Νέσμπιτ (Roy Nesbit), εξετάζοντας τις αποδείξεις από σύγχρονες μαρτυρίες και την αλληλογραφία του Πούτναμ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Electra της Έρχαρτ δεν ανεφοδιάστηκε πλήρως στη Λαε. Ο Ουίλιαμ Λ. Πόλχεμους (William L. Polhemous), πλοηγός της Ανν Πελεγκρένο (Ann Pellegreno) στην πτήση του 1967 η οποία ακολούθησε την αυθεντική διαδρομή της Έρχαρτ και του Νόοναν, μελέτησε τους χάρτες πλοήγησης για τις 2 Ιουλίου 1937 και θεώρησε ότι ο Νόοναν ίσως να είχε υπολογίσει λανθασμένα την «ευθεία προσέγγιση» για την άφιξη στο Χάουλαντ.

Ο Ντέιβιντ Τζοούρνταιν (David Jourdain), πρώην κυβερνήτης υποβρυχίου και ωκεανολόγος μηχανικός ειδικευμένος στις θαλάσσιες έρευνες και ανακτήσεις μεγάλων βαθών, υποστήριξε ότι όλες οι σχετιζόμενες με την νήσο Γκάρντνερ μεταδόσεις είναι εσφαλμένες. Μέσω της εταιρίας του Nauticos ερεύνησε εκτενώς την περιοχή βόρεια και δυτικά της νήσου Χάουλαντ κατά τη διάρκεια δύο αποστολών έρευνας με χρήση σόναρ μεγάλου βάθους και συνολικής αξίας 4,5 εκατομμυρίων δολαρίων (2002, 2006), χωρίς όμως να ανακαλύψει κάτι. Οι περιοχές έρευνας καθορίστηκαν βάσει της γραμμής θέσης (157-337) την οποία η Έρχαρτ μετέδωσε στις 2 Ιουλίου 1937. Παρόλα αυτά, οι αναλύσεις του Έλγκεν Λονγκ οδήγησαν τον Τζοούρνταιν στο συμπέρασμα «Η ανάλυση όλων των δεδομένων που έχουμε – των καυσίμων, των επικοινωνιών και όλων των άλλων πληροφοριών – με κάνουν να πιστεύω ότι κατέπεσε στη θάλασσα ανοικτά του Χάουλαντ». Ο θετός γιος της Έρχαρτ, Τζωρτζ Πάλμερ Πούτναμ Τζούνιορ (George Palmer Putnam Jr.) φέρεται να δηλώνει ότι η πεποίθησή του είναι «πως το αεροσκάφος απλά έμεινε από καύσιμα». Ο Τόμας Κρόουτς (Thomas Crouch), επικεφαλής έφορος του Αμερικανικού Εθνικού Αεροδιαστημικού Μουσείου (National Air and Space Museum) έχει δηλώσει ότι το Electra της Έρχαρτ και του Νόοναν βρίσκεται «18.000 πόδια βαθιά» και η ανακάλυψή του θα μπορούσε να αποδώσει ευρήματα που θα μπορούσαν να συγκριθούν με τα ευρήματα του Τιτανικού, προσθέτοντας, «…το μυστήριο είναι κάτι που διατηρεί το ενδιαφέρον μας. Εν μέρει τη θυμόμαστε επειδή είναι η αγαπημένη μας αγνοούμενη».

 

Η υπόθεση της νήσου Γκάρντνερ

Αμέσως μετά την εξαφάνιση της Έρχαρτ και του Νόοναν, το Αμερικανικό Ναυτικό, ο Πωλ Μάντζ και η μητέρα της Έρχαρτ (η οποία έπεισε τον Πούτναμ να πραγματοποιήσει την έρευνα στο σύμπλεγμα Γκάρντνερ) εξέφρασαν την πεποίθηση ότι η πτήση είχε καταλήξει στις νήσους Φοίνιξ (σήμερα τμήμα του Κιριμπάτι), περίπου 350 μίλια νοτιοανατολικά της νήσου Χάουλαντ.

Η υπόθεση της νήσου Γκάρντνερ έχει χαρακτηριστεί ως η «πλέον επιβεβαιωμένη» εξήγηση για την εξαφάνιση της Έρχαρτ. Η Διεθνής Ομάδα για την Ανεύρεση Ιστορικών Αεροσκαφών (The International Group for Historic Aircraft Recovery - TIGHAR) εξέφρασε την άποψη ότι η Έρχαρτ και ο Νόοναν πιθανώς να πέταξαν χωρίς περαιτέρω ραδιοφωνικές μεταδόσεις για δυόμιση ώρες κατά μήκος της γραμμής θέσης που η Έρχαρτ μετέδωσε στην τελευταία εκπομπή της που έλαβαν στη νήσο Χάουλαντ, να έφθασε στην τότε ακατοίκητη νήσο Γκάρντνερ (σημερινή Νικουμαρόρο) του συμπλέγματος Φοίνιξ, προσγειώθηκαν στο επίπεδο κοραλλιογενές νησί, κοντά στο ναυάγιο ενός μεγάλου εμπορικού πλοίου και τελικά χάθηκαν.

Η έρευνα της TIGHAR απέφερε αρχαιολογικές και πρότερα ανέκδοτες αποδείξεις που συνηγορούσαν υπέρ της υπόθεσης αυτήςΓια παράδειγμα, το 1940, ο Γκέραρντ Γκάλαγκχερ (Gerald Gallagher), Βρετανός αυτοκρατορικός αξιωματικός (και πιλότος ο ίδιος) ενημέρωσε μέσω ασυρμάτου τους ανώτερούς του ότι βρήκε ένα «σκελετό… πιθανόν μίας γυναίκας», καθώς και ένα παλαιό κουτί, κάτω από ένα δέντρο στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Ο Γκάλαγκχερ διατάχθηκε να στείλει τον σκελετό στο Φίτζι όπου, το 1941, οι Βρετανικές αυτοκρατορικές αρχές παίρνοντας λεπτομερείς μετρήσεις των οστών κατέληξαν ότι ανήκαν σε γεροδεμένο άνδρα. Το 1998 όμως, μία ανάλυση των δεδομένων που προέκυψαν από τις μετρήσεις από εγκληματολόγους ανθρωπολόγους έδωσε ενδείξεις ότι ο σκελετός άνηκε σε μία «ψηλή λευκή γυναίκα βορειοευρωπαϊκής καταγωγής». Τα οστά καθεαυτά όμως είχαν από καιρό χαθεί στο Φίτζι.

Τα αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν από την TIGHAR στο Νικουμαρόρο περιλάμβαναν αυτοσχέδια εργαλεία, μία αλουμινένια επιφάνεια (πιθανόν από αεροσκάφος Electra), ένα περίεργα κομμένο κομμάτι διάφανου πλέξιγκλας το οποίο έχει ίδιο πάχος και κυρτότητα με το παράθυρο ενός Electra και ένα παπούτσι Cat's Paw, μεγέθους 9, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1930 και μοιάζει με τα υποδήματα που φορούσε η Έρχαρτ σε φωτογραφίες της παγκόσμιας πτήσης. Οι αποδείξεις αυτές παραμένουν περιστασιακές, όμως ο θετός γιος της Έρχαρτ, Τζώρτζ Πούτναμ Τζούνιορ, έχει εκφράσει τον ενθουσιασμό του για την έρευνα της TIGHAR.

Μία δεκαπενταμελής αποστολή της TIGHAR επισκέφθηκε το Νικουμαρόρο από τις 21 Ιουλίου έως τις 2 Αυγούστου 2007, ψάχνοντας για σαφή και αναγνωρίσιμα τμήματα αεροσκάφους και DNA. Η ομάδα περιελάμβανε μηχανικούς, περιβαλλοντολόγους, αρχαιολόγους, ένα γεωλόγο, ένα σχεδιαστή ιστιοφόρων σκαφών, ένα γιατρό και ένα κινηματογραφιστή. Αναφέρεται ότι ανακάλυψαν επιπλέον αντικείμενα άγνωστης μέχρι τώρα προελεύσεως στην ατόλη, τα οποία περιλαμβάνουν χάλκινους συνδέσμους που μπορεί να ανήκουν στο αεροσκάφος της και ένα φερμουάρ που μπορεί να προέρχεται από τη φόρμα της.

 

Μύθοι, αστικοί μύθοι και ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί

Οι αδιευκρίνιστες συνθήκες της εξαφάνισης της Αμέλια Έρχαρτ, σε συνδυασμό με τη φήμη της, προκάλεσαν την ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ισχυρισμών και αρκετών θεωριών συνωμοσίας σχετικά με την τελευταία της πτήση, όμως όλοι αυτοί έχουν γενικότερα απορριφθεί λόγω της έλλειψης επαληθεύσιμων αποδείξεων.

 

Κατάσκοπος για τον Ρούσβελτ

Μία κινηματογραφική ταινία της εποχής του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, με τίτλο Flight for Freedom (1943) και πρωταγωνιστές τους Ροζαλίντ Ράσελ (Rosalind Russell) και Φρεντ ΜακΜάρεϊ (Fred MacMurray) προήγαγε ένα μύθο ότι η Έρχαρτ κατασκόπευε τους Ιάπωνες στον Ειρηνικό κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης του Φραγκλίνου Ρούσβελτ. Το 1949 τόσο το ειδησεογραφικό πρακτορείο United Press όσο και η Υπηρεσία Πληροφοριών του Αμερικανικού Στρατού (U.S. Army Intelligence) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί αυτοί ήταν αβάσιμοι. Η Τζάκι Κόχραν (Jackie Cochran), πρωτοπόρος της αεροπορίας η ίδια και φίλη της Έρχαρτ, πραγματοποίησε μεταπολεμικά μία έρευνα σε πολυάριθμα αρχεία στην Ιαπωνία καταλήγοντας στο ότι οι Ιάπωνες δεν είχαν ανάμιξη στην εξαφάνιση της Έρχαρτ.

 

Νήσος Σαϊπάν

Το 1966 ο ανταποκριτής του CBS Φρεντ Γκόερνερ (Fred Goerner) εξέδωσε ένα βιβλίο όπου ισχυριζόταν ότι η Έρχαρτ και ο Νόοναν είχαν αιχμαλωτιστεί και εκτελεστεί όταν το αεροσκάφος τους συνετρίβη στη νήσο Σαϊπάν, τμήμα των Βορείων Μαριάνων Νήσων, το οποίο βρισκόταν τότε υπό Ιαπωνική κατοχή.

Ο Τόμας Ε. Ντεβίν (Thomas E. Devine), ο οποίος υπηρέτησε σε μία ταχυδρομική στρατιωτική μονάδα, έγραψε το Eyewitness: The Amelia Earhart Incident, που περιελάμβανε την επιστολή της κόρης ενός Ιάπωνα αξιωματικού της αστυνομίας και η οποία ισχυριζόταν ότι ο πατέρας της ήταν υπεύθυνος για την εκτέλεση της Έρχαρτ.

Ο πρώην πεζοναύτης Ρόμπερτ Ουάλακ (Robert Wallack) ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος και άλλοι στρατιώτες άνοιξαν ένα χρηματοκιβώτιο στη Σαϊπάν και βρήκαν την βαλίτσα της Έρχαρτ. Ο πρώην πεζοναύτης Έρσκιν Τζ. Νάμπερς (Earskin J. Nabers) ισχυρίστηκε ότι ενώ υπηρετούσε ως χειριστής ασυρμάτου στη Σαϊπάν το 1944, αποκρυπτογράφησε ένα μήνυμα αξιωματικών του ναυτικού το οποίο έλεγε ότι το αεροσκάφος της Έρχαρτ βρέθηκε στο αεροδρόμιο Ασλίτο (Aslito Airfield), ότι αργότερα διατάχθηκε να φυλάει το αεροσκάφος και ότι υπήρξε μάρτυρας της καταστροφής του. Το 1990, η σειρά Unsolved Mysteries (Άλυτα Μυστήρια) του τηλεοπτικού δικτύου NBC-TV μετέδωσε τη συνέντευξη μίας γυναίκας από τη Σαϊπαν η οποία ισχυρίστηκε ότι ήταν μάρτυρας της εκτέλεσης της Έρχαρτ και του Νόοναν από Ιάπωνες στρατιώτες. Παρόλα αυτά δεν υπήρξε ποτέ καμία ανεξάρτητη επιβεβαίωση ή υποστήριξη των ισχυρισμών αυτών. Φωτογραφίες που υποτίθεται πως απεικόνιζαν την Έρχαρτ στη διάρκεια της αιχμαλωσίας της αποδείχθηκαν είτε ψεύτικες είτε ότι είχαν παρθεί πριν από την τελευταία της πτήση.

Από τα τέλη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου σε μία τοποθεσία στη νήσο Τίνιαν (Tinian), πέντε μίλια (οκτώ χιλιόμετρα) νοτιοδυτικά της Σαϊπάν, φημολογούνταν ότι βρισκόταν ο τάφος δύο αεροπόρων. Το 2004 πραγματοποιήθηκε αρχαιολογική ανασκαφή στο σημείο εκείνο, όμως δεν βρέθηκαν οστά.

 

Τριαντάφυλλο του Τόκιο

Μία φήμη, την οποία ο Τζωρτζ Πούτναμ ερεύνησε προσεκτικά, ήθελε την Έρχαρτ να κάνει προπαγανδιστικές ραδιοφωνικές μεταδόσεις ως μία από τις πολλές γυναίκες που αναγκάστηκαν να υπηρετήσουν ως Τριαντάφυλλα του Τόκιο (Tokyo Rose). Σύμφωνα με αρκετές βιογραφίες της Έρχαρτ, ο Πούτναμ ερεύνησε προσωπικά αυτή τη φήμη, όμως ακούγοντας πολυάριθμες ηχογραφήσεις από διαφορετικά Τριαντάφυλλα του Τόκιο δεν αναγνώρισε τη φωνή της μεταξύ των.

 

Ραμπούλ

Ο Ντέιβιντ Μπίλινγκς, Αυστραλός μηχανικός αεροσκαφών, παρουσίασε ένα χάρτη με σημειώσεις σχετικές με τον αριθμό κινητήρα και τον αριθμό της ατράκτου του αεροσκάφους της Έρχαρτ. Ο χάρτης προερχόταν από μία Αυστραλιανή περίπολο του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου που βρισκόταν στη νήσο Νέα Βρετανία, στα ανοικτά της Νέας Γουινέας, και δείχνει ένα σημείο συντριβής 40 μίλια νοτιοδυτικά της Ραμπούλ. Ο Μπίλινγκς υπέθεσε ότι η Έρχαρτ άλλαξε την κατεύθυνσή της προς το Χάουλαντ και προσπάθησε να προσεγγίσει τη Ραμπούλ για καύσιμα. Οι έρευνες όμως που διεξήχθησαν στο έδαφος υπήρξαν ανεπιτυχείς στον εντοπισμό στοιχείων που να επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση.

 

Ανάληψη άλλης ταυτότητας

Τον Νοέμβριο του 2006, το National Geographic Channel πρόβαλε το δεύτερο επεισόδιο της σειράς Undiscovered History σχετικά με έναν ισχυρισμό ότι η Έρχαρτ επέζησε της παγκόσμιας πτήσης, μετακόμισε στο Νιού Τζέρσι, άλλαξε το όνομά της, παντρεύτηκε ξανά και έγινε η Άιριν Κραίγκμιλ Μπόλαμ (Irene Craigmile Bolam). Ο ισχυρισμός αυτός αρχικά προβλήθηκε στο βιβλίο Amelia Earhart Lives (1970) του Τζο Κλάας (Joe Klaas). Η Άιριν Μπόλαμ, που ήταν τραπεζίτης στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του 1940, αρνήθηκε ότι ήταν η Έρχαρτ, κατέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας 1,5 εκατομμύρια αποζημίωση για βλάβες και κατέθεσε μία μακροσκελή ένορκη κατάθεση στην οποία αντέκρουσε τους ισχυρισμούς. Η εκδότρια εταιρία, McGraw-Hill, απέσυρε το βιβλίο από την αγορά λίγο μετά την κυκλοφορία του ενώ τα αρχεία του δικαστηρίου περιέχουν ενδείξεις ότι οι δύο πλευρές κατέληξαν σε εξωδικαστικό συμβιβασμό. Στη συνέχεια, η ιδιωτική ζωή της Μπόλαμ μελετήθηκε εκτενώς από ερευνητές, εξαλείφοντας κάθε πιθανότητα ότι ήταν η Έρχαρτ. Το National Geographic προσέλαβε τον Κέβιν Ριτσλαντ (Kevin Richland), επαγγελματία ποινικό εγκληματολόγο, ο οποίος μελέτησε φωτογραφίες των δύο γυναικών και κατέληξε στο ότι υπήρχαν πολλές διαφορές στις διαστάσεις του προσώπου μεταξύ της Έρχαρτ και της Μπόλαμ.

 

πηγή: wikipedia.org